Ο Βερόνης είδε το dvd αρκετές φορές. Τελικά σήκωσε το κινητό και τον κάλεσε.
«Άργησες. Περίμενα πιο σύντομα ότι θα πάρεις», άκουσε στο ακουστικό την φωνή του δημοσιογράφου και η φράση συνοδεύτηκε από ένα καλοσυνάτο γέλιο.
«Τάκη τι είναι αυτό; Που το βρήκες;» απάντησε ψαρωτικά
«Όποιος ψάχνει βρίσκει ταξίαρχε»
«Τι διάολο εννοείς;»
«Θέλω να πω, πως τα σαΐνια σου στην υπηρεσία αντιμετώπισης εγκλήματος δεν έψαξαν μεθοδικά». Παύση «Μία προσωπική έρευνα απέδωσε καρπούς».
Ο Βερόνης έβραζε μέσα του αλλά προσπάθησε να ακουστεί ήρεμος.
«Τι δεν έκαναν σωστά;»
«Το περιστατικό έγινε έξω από ένα κοσμηματοπωλείο στη Δροσοπούλου. Σωστά;» και χωρίς να περιμένει απάντηση συνέχισε: «Το κατάστημα είχε κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης συνδεδεμένο με μικροκάμερα. Δύο εισιτήρια για το ντέρμπι της Κυριακής στον υπάλληλο και ιδού το αποτέλεσμα.»
«Οκ, οκ κατάλαβα. Ο ένας ήταν ο Ανδρέας Μαργιολάκης και ο άλλος ο Κυριάκος Σιμετζίδης και οι δύο γνωστά μπουμπούκια στην υπηρεσία. Ο τρίτος ποιός διάολος είναι;»
«Αν κρίνω από την σκατόφατσα, μάλλον κάποιος εισαγόμενος εκτελεστής από το πρώην ανατολικό μπλοκ.»
«Από τα όπλα πάντως δεν βρήκαμε άκρη. Δεν είχαν ξαναχρησιμοποιηθεί σε καμιά έκνομη πράξη. Το δε όπλο της Σλαβόφατσας όπως λέω την σκατόφατσα δεν είχα αποτυπώματα από κάποιον που έχει απασχολήσει την υπηρεσία.»
«Οπότε αδιέξοδο;»
«Οχι! Έχω ζητήσει από την αντιτρομοκρατική να εντοπίσουν την κλήση που έκανε η Σλαβόφατσα. Επίσης ψάχνω αν υπάρχει διεθνές ένταλμα»
«Ξεκαθάρισμα λογαριασμών όπως όλα δείχνουν Βερόνη;»
«Ίσως ναι. Ίσως και κάτι παραπάνω…»
48 ώρες μετά ο Ταξίαρχος καλούσε τον δημοσιογράφο.
«Μπίνγκο Δημήτρη», είπε και το πρόσωπο του φωτίστηκε αλλά ό άλλος δεν μπορούσε να το δει. «Ποιόν νομίζεις κάλεσε η Σλαβόφατσα;»
«Ποιόν ταξίαρχε;»
«Έναν Αλβανό με χαρτοπαιχτικές λέσχες και ιθύνοντα νου μεγάλου κυκλώματος τοκογλυφίας. Και οι τρείς φαίνεται δούλευαν γι’αυτον. Φαίνεται κάτι στράβωσε… Λέω να τον επισκεφθώ σήμερα κιόλας».
«Εντάξει Βερόνη, με ενημερώνεις» είπε ξερά ο δημοσιογράφος.
Μία ώρα αργότερα από την συνομιλία με τον δημοσιογράφο, ο ταξίαρχος «επισκεπτόταν» τον Ιανό στην χαρτοπαιχτική λέσχη στην Πλατεία Βάθης.
Οι καλύτεροι ντεντέκτιβ του από το εγκληματολογικό με αλεξίσφαιρα γιλέκα μπούκαραν πίσω από τους πάνοπλους αστυνομικούς των ειδικών δυνάμεων.
Όλα έγιναν ξαφνικά. Ήταν επιχείρηση αστραπή. Τα τσιράκια του Ιανού ούτε τα βλέφαρα δεν πρόλαβαν να ανοιγοκλείσουν.
Ο Αλβανός στο γραφείο παρακολουθούσε στο μόνιτορ στον απέναντι τοίχο το ντου των μπάτσων. Έκανε μία αντανακλαστική κίνηση να πιάσει το 9αρι Parabellum. Kατάλαβε ότι δεν έχει νόημα και έκλεισε το συρτάρι την ώρα που ο Ταξίαρχος Βερόνης Βαλσαμάκος έμπαινε στο γραφείο.
«O κ. Αλτίν Σοτάϊ;» ρώτησε σαρκαστικά ο Ταξίαρχος.
«Αυτοπροσώπως. Σε τι οφείλω την τιμή της επίσκεψης στο μαγαζί μου;» απάντησε εξίσου σαρκαστικά ο Ιαν.
«Φοβάμαι ότι για να το μάθεις αυτό θα πρέπει να με ακολουθήσεις στην ΓΑΔΑ.»
«Έχω άλλη επιλογή;» συνέχισε στο ίδιο σαρκαστικό ύφος.
Ο Ταξίαρχος σκλήρυνε την στάση του, κόβοντας τις ψευτοευγένειες.
«Όχι! Και μπορώ να βρω χίλιους λόγους για να περάσεις αρκετές ημέρες στο φρέσκο. Όπως για παράδειγμα το πιστόλι που έχεις στο συρτάρι και μην το αρνηθείς, έπιασα την κίνηση. Φαντάζομαι δεν έχεις άδεια.»
Δύο ώρες μετά την συνομιλία με τον δημοσιογράφο, ο Βερόνης ανακρίνει προσωπικά τον Ιανό.
«Λοιπόν για να ανακεφαλαιώσουμε Αλτίν Σοτάϊ ή Ιανέ .Ο Μαργιολάκης και ο Σιμετζίδης δούλευαν για ‘σένα. Έπεσε πιστολίδι και οι δύο τους τώρα είναι νεκροί. Σε πήρε ο τρίτος αυτή η σκατόφατσα (δείχνει την φωτογραφία τυπωμένη από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης) αλλά λες ότι δεν ξέρεις ποιός είναι. Δεν αφήνεις τις μαλακίες λέω εγώ Αλβανέ; Γιατί θα σε στείλω πακέτο πίσω στην πατρίδα σου και θα τα χάσεις όλα. Αλλά πριν σε στείλω πίσω θα σαπίσεις για αρκετό καιρό στην φυλακή για διπλό φονικό, οπλοκατοχή, τοκογλυφία, παράνομη διακίνηση κεφαλαίων και ότι άλλη μαλακία έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Όπως για παράδειγμα η δολοφονία του Φαραώ έξω από το μαγαζί σου με κινητα». Ο Ταξίαρχος αποφάσισε να μπλοφάρει.
«Μαλακίες λες και το ξέρεις, δεν σκότωσα εγώ τον πρεζέμπορο και δεν καταλαβαίνω τι εννοείς το μαγαζί με κινητά είναι δικό μου. Εγώ έχω τρείς χαρτοπαιχτικές λέσχες καθ’ όλα νόμιμες. Μόνο με αυτή την μπίζνα ασχολούμαι». Μισή αλήθεια ή έστω κατά το μεγαλύτερο μέρος αληθής ισχυρισμός. Αυτό που δεν είπε ήταν ότι μπάτσοι κατά καιρούς του ζητάγανε διάφορα ποσά για να τον αφήνουν στην ησυχία του. Χωρίς ελέγχους, χωρίς να χώνουν την μύτη τους στις δουλειές του.
«Δεν ξέρω ποιος είναι ο τρίτος ταξίαρχε. Όπως δεν ξέρω τις δουλειές που κάνουν όλοι οι υπάλληλοι μου, νόμιμες (το τόνισε με την φωνή του) ή παράνομες (είπε σχεδόν σβηστά, ξέπνοα).
«Δεν μου αφήνεις πολλά περιθώρια Αλβανέ και εγώ θέλω να σε βοηθήσω. Αλλά δεν βοηθάς το εαυτό σου. Σε βλέπω φυλακή και μετά στα χέρια της SHIK-SHISH. Είμαι σίγουρος ότι σε ψάχνουνε για….»
Σε εκείνο ακριβώς το σημείο η ανάκριση διακόπηκε βίαια. Ο στρατηγός μπήκε φουριόζος κα τράβηξε από το μανίκι έξω τον Βερόνη Βαλσαμάκο.
«Τι στον πούτσο νομίζεις ότι κάνεις;»
«Κάνω την δουλειά μου και την κάνω καλά παρά πολλά χρόνια»
«Τον αφήνεις ελεύθερο όχι τώρα, χθες. Δεν έχεις τίποτα εναντίον σου πέρα από ένα τηλεφώνημα. Τον αφήνεις χθες ακούς; Αλλιώς θα σε πάρει και θα σε σηκώσει Βερονη. Άντε γαμώ την Παναγία μου μέσα. Σε βαρέθηκα και σένα και τους μαλάκες σου.»
«Τι εννοείς δεν έχουμε τίποτα; Είχε όπλο στο γραφείο του το ίδιο και κάνα δύο μπράβοι μέσα στην λέσχη. Επίσης δύο από τους τρείς στην ανταλλαγή πυροβολισμών ήταν εμπλεκόμενοι στις παράνομες δραστηριότητες του. Ο ένας πρωτοπαλίκαρο του και ο άλλος ένας δευτεροκλασάτος μπράβος.»
«Άκουσε με σκατοκέφαλε μαλάκα, ψάξε καλύτερα να βρεις ποιός έχει κάνει την σκατοπόλη ανοιχτό τάφο και μην ασχολείσαι με υποθέσεις που δεν έχουν σημασία»
Ο Βερόνης δεν μίλησε αλλά μέσα του έβραζε. Ήταν φανερό πως ο στρατηγός με την προσωπική του παρέμβαση επιχειρούσε να θάψει το όλο θέμα. Μπορεί και να τα έπαιρνε όπως και άλλοι υψηλόβαθμοι συνάδελφοι του και γι’ αυτό ήθελε τόσο απεγνωσμένα να το κουκουλώσει. Τα έπαιρνε για να προσφέρει κάλυψη. Και αυτό έκανε τώρα. Ήταν διεφθαρμένος δεν υπήρχε αμφιβολία . Ο ταξίαρχος είχε όμως μόνο ενδείξεις και όχι αποδείξεις.
«Είναι διαταγή;»
«Ναι που να με πάρει ο διάολος είναι διαταγή»
Ο ταξίαρχος είχε το ύφος παιδιού που του παίρνουν το παιχνίδι από τα χέρια
«Ας είναι» είπε και αναστέναξε
Του έπαιρναν την υπόθεση από τα χέρια για να την συγκαλύψουν. Του ήταν πλέον ξεκάθαρο.
Τρείς ώρες μετά ο Ταξίαρχος καλούσε ξανά τον αστυνομικό ρεπόρτερ.
«Μήτσο, τσάκισε η υπόθεση»
Ο άλλος άφησε μία κραυγή έκπληξης.
«Τι έγινε Βερόνη;»
«Ο Σοτάι είναι ελεύθερος»
«Μα πως έγινε;»
«Ο στρατηγός Γριντάκης. Ισχυρίζεται πως δεν έχει καμιά σχέση η υπόθεση Δροσοπούλου με τα συμβόλαια θανάτου. Που να με πάρει και να με σηκώσει ρε Μήτσο κάτι βρωμάει εδώ και δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Πάνε να το θάψουν και δεν μπορώ να κάνω τίποτα μου δέσανε τα χέρια.»
«Δώσε μου λίγο χρόνο να το ψάξω στις πηγές μου και θα σου πω»
Μόλις έκλεισαν το τηλέφωνο ο Βερόνης έβγαλε το ουίσκι και το ποτήρι από το κρυφό μπαρ πίσω από το γραφείο του. Το γέμισε ξέχειλο και το κατέβασε μονορούφι. Άναψε τσιγάρο και προσπάθησε να βάλει μία-μία τις ψηφίδες της υπόθεσης στην σωστή σειρά.
Το γραφείο ήταν αποπνικτικά γεμάτο από καπνό και στο μπουκάλι είχαν μείνει τρία δάχτυλα ουίσκι. Ο Βερόνης ήταν απελπισμένος. Ο υπουργός ήταν κατηγορηματικός. Αν ως αύριο δεν είχε αποτελέσματα θα έπρεπε να παραιτηθεί.
Χτύπησε το κινητό.
«Εγώ είμαι» άκουσε το συνομιλητή του να λέει. Ήταν ο δημοσιογράφος.
«Πες μου Τάκη, βρήκες τίποτα;»
«Δύσκολα τα πράγματα ταξίαρχε πηγές μου λένε ότι αρκετοί συνάδερφοι σου τα παίρνουν από τον Σοτάϊ. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει κάτι ακόμα». Έδειξε να διστάζει να συνεχίσει.
«Λέγε, με έσκασες. Ας μην ξεκινούσες αν δεν ήσουν αποφασισμένος να το πας μέχρι τέλος» είπε δήθεν θυμωμένα.
«…Να ακούγεται πως οι διασυνδέσεις έφθαναν μέχρι την κρατική ασφάλεια.»
«Τι στο διάολο μου τσαμπουνάς Τάκη;»
«Θέλω να πω ότι όταν ήρθε στην Ελλάδα, είχε πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες σαν πρώην μυστικός της SHIK-SHISH. Σε αντάλλαγμα του έδωσαν υπηκοότητα και πλάτες στις βρωμοδουλειές που κάνει. Ακούγεται πως τα λεφτά εδώ προέρχονται από επιχειρήσεις πυραμίδα στην πατρίδα του. Το έκλεισε χωρίς να τον ευχαριστήσει.
Πήρε από το συρτάρι το Smith and Wesson M&P που είχε πάντα καβατζωμένο εκτός από το υπηρεσιακό πιστόλι. Ήταν από μία υπόθεση κυκλωμάτων της νύχτας που αλληλοσκοτώνοταν για το ποιός θα επικρατήσει στην προστασία σε μαγαζιά. Ο αρχιμπράβος ήταν νεκρός από ριπές δύο Καλάνικοφ μέσα στο πολυτελές τζιπ του. Δεν του χρειαζόταν πια. Ο Βερόνης το είχε βάλει στην τσέπη του πριν τον πάρουν χαμπάρι. Ήταν σίγουρος, ότι είχε χρησιμοποιηθεί αλλά αυτό ήταν το τελευταίο που τον ένοιαζε. Μόλις έκανε την δουλειά του θα το σούταρε έτσι και αλλιώς.
Ο Αλβανός είχε αφεθεί ελεύθερος αλλά ήξερε που θα τον βρει όπως ήξερε και ακριβώς τι πρέπει να κάνει.
Πήρε από τον Σπήλιο στο γκαράζ το ίδιο σμαρτάκι και κατηφόρισε στην πλατεία Βάθης. Το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει από τον πονοκέφαλο, αλλά άξιζε να περιμένει. Πήρε δύο παυσίπονα με νερό από ένα μπουκάλι που είχε αφήσει στην προηγούμενη γύρα. Περίμενε.
Η τύχη ήταν με το μέρος του. Μετά από κανένα τρίωρο είδε τον Αλβανό να βγαίνει από την χαρτοπαιχτική λέσχη. Τον αιφνιδίασε πριν προλάβει να βγει στην Μάρνης. Του έδωσε μία σπρωξιά από πίσω και ο Ιανός σαβουριάστηκε σε κάτι σκαλιά. Τον γύρισε και είδε αίμα να τρέχει στο πρόσωπο του. Είχε χτυπήσει στην κόγχη του σκαλιού. Το φρύδι είχε σκιστεί αλλά είχε ακόμα είχε τις αισθήσεις του. Βεβαιώθηκε ότι δεν κρατάει όπλο. Πάντα κρατώντας τον με το αριστερό χέρι από τον λαιμό έβγαλε το βρώμικο Smith and Wesson. Άφησε την λαβή στο λαιμό και πίεσε τα μάγουλα με τα χέρια του που τον έσφιγγαν σαν μέγγενη του έβαλε την κάνη στο στόμα. Έδειχνε περισσότερο απορημένος αν και θα έπρεπε να δείχνει τρομαγμένος.
«Τι θες» είπε αν κατάλαβε καλά ο ταξίαρχος, γιατί η κάνη στο στόμα δεν βοηθούσε.
«Ένα όνομα. Ένα γαμημένο όνομα και καθάρισες»
Ο άλλος κάτι είπε, αλλά αυτή την φορά ο ταξίαρχος δεν κατάλαβε όπως ήταν μπουκωμένος.
«Θα πεις; Κάνε νεύμα ναι ή όχι.»
Κούνησε το κεφάλι καταφατικά
«Βιλέν» αυτό ξέρω μόνο
«Είναι η σκατόφατσα που σε πήρε τηλέφωνό στο συμβάν στην Δροσοπούλου;»
«Ναι» είπε αχνά. Η φωνή του μόλις ακουγόταν. Μπορεί να μην το έδειχνε γιατί ήταν εκπαιδευμένος καλά, αλλά φοβόταν. Το χνώτο του έζεχνε φόβο.
«Και που τον βρίσκω;» Είχε τραβήξει το όπλο από το στόμα.
«Δεν ξέρω, ήρθε πριν λίγο καιρό από Ρωσία ο Κυριάκος, ο Σιμετζίδης θέλω να πω ήξερε….»
Ο ταξίαρχος ξανάχωσε την κάνη στο στόμα.
«Που;»
«Κάπου στα Εξάρχεια, βρισκόμασταν σε ένα καφενείο πάνω στην πλατεία.
Είχε μάθει αυτό που ήθελε. Πάτησε την σκανδάλη δύο φορές. Επρεπε να του κλείσει το στόμα για πάντα.
Φεύγοντας τον είδε γερμένο στα σκαλοπάτια. Έμοιαζε με κάποιον άστεγο που αποκοιμήθηκε. Μόνο η κόκκινη κηλίδα πίσω από το κεφάλι του μαρτυρούσε πως ήταν νεκρός.