*Από την εισήγηση της Πηνελόπης Αλεξίου (κοινωνικής ανθρωπολόγου) στην παρουσίαση του βιβλίου Η Ελένα Ξέρει της Κλαούδια Πινιέιρο από τις εκδόσεις Carnivora στο πλαίσιο του 2ου books n’ beer fest.
-
Προϊόν σε προσφοράΗ Ελένα ξέρειOriginal price was: €15,00.€10,50Η τρέχουσα τιμή είναι: €10,50.
Διαφθορά, έμφυλη βία και καταπίεση, εξαθλίωση, απολυταρχισμός
«Για να περιγράψεις μία κοινωνία, αρκεί να δεις τα εγκλήματα που διαπράττονται μέσα σε αυτή» δηλώνει η συγγραφέας του βιβλίου Claudia Pineiro σε συνέντευξή της για το ντοκιμαντέρ Latin Noir του Ανδρέα Αποστολίδη, εξηγώντας τον λόγο που επιλέγει να γράφει νουάρ μυθιστορήματα, όπως το έργο της «Η Ελένα Ξέρει». Το βιβλίο αυτό έχει όλα τα χαρακτηριστικά των νουάρ μυθιστορημάτων της Λατινικής Αμερικής, όπου πίσω από την εξιχνίαση ενός φόνου και τη φαινομενικά αστυνομική πλοκή, η/ο συγγραφέας ξύνει την επιφάνεια του μυστηρίου για να αποκαλύψει τη μεγάλη εικόνα που βρίσκεται από πίσω και είναι αυτή μιας κοινωνίας με διαφθορά, έμφυλη βία και καταπίεση, εξαθλίωση, απολυταρχισμό καθώς και ακραίες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Η μετάφραση και κυκλοφορία του εν λόγω βιβλίου στα ελληνικά δίνει την ευκαιρία στο ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό να γνωρίσει καλύτερα μία σπουδαία γυναίκα συγγραφέα της Λατινικής Αμερικής. Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό το γεγονός πως το έργο της αυτό κατάφερε φέτος να είναι προτεινόμενο για το Διεθνές λογοτεχνικό Βραβείο Booker και μαγνήτισε τόσο τα βλέμματα όσο και τις εντυπώσεις της διεθνούς βιβλιοφιλικής κοινότητας.
Διαβάζουμε την ιστορία της Ελένα
Στον παρόν βιβλίο, διαβάζουμε την ιστορία της Ελένα, μίας γυναίκας 64 ετών που ζει στην Αργεντινή, έχει Πάρκινσον βαριάς μορφής, βρίσκεται στα κατώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα της κοινωνίας και μόλις έχει χάσει την κόρη της, Ρίτα. Σύμφωνα με την αστυνομική αναφορά, ο θάνατος της Ρίτας ήταν μία περίπτωση αυτοχειρίας, όμως η Ελένα ξέρει πως κάποιος έχει δολοφονήσει την κόρη της. Η ιστορία ξεκινά όταν η Ελένα λαμβάνει τη δεύτερη λεβοντόπα και περιμένει τη δράση του φαρμάκου, έτσι ώστε να μπορέσει να κινηθεί για να καταφέρει να συναντηθεί με ένα πρόσωπο κλειδί από το παρελθόν της κόρης της και να διαλευκάνει το μυστήριο του θανάτου της Ρίτας.
Μέσα από ένα επίπονο ψυχολογικό οδοιπορικό, γνωρίζουμε τις σωματικές δυσκολίες της Ελένα να ανταποκριθεί σε καθημερινές απαιτήσεις που μοιάζουν εύκολες και δεδομένες για ένα μη ανάπηρο άτομο. Η αφηγήτρια μας εισάγει στις πιο ενδόμυχες σκέψεις της Ελένα, μιας ηρωίδας που δεν χρειάζεται να κερδίσει τη συμπάθεια ή την ταύτισή μας μαζί της για να συναισθανθούμε τον πόνο και τις δυσκολίες που βιώνει. Η Ελένα μπορεί να είναι η κακόκεφη γειτόνισσα της διπλανής πόρτας, η γιαγιά ή η μητέρα, η θεία με τα διάφορα προβλήματα υγείας που κάποτε χάσαμε επαφή. Είναι ένα πρόσωπο που έχει γραφτεί με ωμό ρεαλισμό και ζει σε μία γειτονιά εντελώς πραγματική και κοντά στην εμπειρία μας.
Η Ρίτα είναι μία γυναίκα που προσπαθεί να αυτονομηθεί
Η Ρίτα, η κόρη της Ελένα, είναι μία γυναίκα που προσπαθεί να αυτονομηθεί καθώς διανύει την τέταρτη δεκαετία της ζωής της. Τα πολλαπλά προβλήματα υγείας της μητέρας της και η προοδευτική πορεία της νευροεκφυλιστικής της πάθησης την καθηλώνουν σε έναν ρόλο φροντίστριας. Ζει μαζί με τη μητέρα της, την πηγαίνει στους γιατρούς, τη φροντίζει και παράλληλα προσπαθεί να ισορροπήσει την ανάγκη της να μείνει μόνη, να ζήσει με το σύντροφό της, να ζήσει τη δική της ζωή. Όταν το σύστημα υγείας αποτυγχάνει να βρει λύσεις για την Ελένα, η Ρίτα γίνεται το άτομο που αναλαμβάνει την αποκλειστική φροντίδα της ανάπηρης μητέρας της.
Ισαμπέλ, το τρίτο πρόσωπο της ιστορίας
Το τρίτο πρόσωπο της ιστορίας είναι η Ισαμπέλ, μια γυναίκα που ο δρόμος της τυχαία διασταυρώθηκε κάποτε με αυτόν της Ρίτας. Η Ισαμπέλ έχει περίπου την ηλικία της Ρίτας και ζει σε ένα καλό προάστιο της Αργεντικής. Η φαινομενικά καλή της ζωή κρύβει ένα τεράστιο φορτίο πόνου και θυμού από μία επιβεβλημένη μητρότητα και συστηματική κακοποίηση που έχει δεχθεί. Η επαφή της με την Ελένα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για τη λύση του μυστηρίου αλλά και την κορύφωση της ιστορίας.
Νουάρ αφήγηση για να μιλήσει χωρίς ωραιοποιήσεις
«Η Ελένα Ξέρει» είναι το βιβλίο που θα μιλήσει ταυτόχρονα για την αναπηρία, το σώμα, τη φροντίδα, τη μητρότητα, την ευαλωτότητα, την ταυτότητα και τη γυναικεία εμπειρία. Παρά το μικρό του μέγεθος, παρέχει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης καθώς η γραφή της Πινιέιρο είναι πολυεπίπεδη και το βιβλίο μπορεί να αναγνωσθεί με διαφορετικούς τρόπους από διαφορετικά άτομα. Μέσα από έναν ειρωνικό τίτλο, η συγγραφέας έρχεται να ασκήσει κριτική και να διερωτηθεί για πολλές βεβαιότητες που καθορίζουν τις ζωές μας ως γυναίκες, ως μητέρες, ως κόρες, ως ανάπηρες.
Πρόκειται για μια ιστορία που χρησιμοποιεί τη νουάρ αφήγηση για να μιλήσει χωρίς ωραιοποιήσεις και ρομαντικοποιήσεις για την αναπηρία. Εκθέτει την αδυναμία του κράτους πρόνοιας να τηρήσει την υπόσχεσή του για φροντίδα απέναντι στα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας και καταδεικνύει τη θηλυκοποίηση της φροντίδας, η οποία βαρύνει σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα τις γυναικείες πλάτες. Κόρες, μητέρες, σύζυγοι καλούνται με μια δεδομένη αυταπάρνηση της ζωής τους και των δικών τους αναγκών, για να αναλάβουν το βάρος της φροντίδας που δεν παρέχεται θεσμικά στα άτομα που χρήζουν βοήθειας. Η αποτυχία του κράτους να αναλάβει τον φροντιστικό ρόλο και η αυξανόμενη στροφή του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος της Αργεντινής στο άτομο και την αυτοφροντίδα, απομονώνει τα ευάλωτα άτομα, αποσαθρώνει την κοινωνική πρόνοια και αφανίζει σταδιακά την αλληλεγγύη. Η τρωτότητα μεταφράζεται ως ατομική αποτυχία και ως τέτοια παύει να απασχολεί το κοινωνικό σύνολο.
Το ζήτημα των αμβλώσεων
Ο θάνατος της Ρίτας, μία ύστατη πράξη εμπρόθετης δράσης από την ίδια (στην περίπτωση που δεχθούμε ότι ο θάνατός της οφείλεται σε αυτοκτονία), μέσα από τη σιωπή και τον αφανισμό της ίδιας, περνά μηνύματα για την έμφυλη καταπίεση και θεσμική βία που υφίστανται οι γυναίκες στην Αργεντινή. Γυναίκες που δεν έχουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του σώματός τους, καθώς μέχρι σχετικά πρόσφατα η έκτρωση καθίστατο παράνομη. Η επιλογή της Πινιέιρο να ασχοληθεί με το ζήτημα των αμβλώσεων στο βιβλίο της δεν είναι τυχαία. Ούσα μάχιμη φεμινίστρια που διεκδίκησε με αγώνες τη νομιμοποίηση των ασφαλών και δωρεάν αμβλώσεων στην Αργεντινή, έθεσε το ζήτημα αυτό τόσο από τη φεμινιστική, ψυχολογική, θρησκευτική, θεσμική όσο και από την ανθρωπολογική του οπτική στο βιβλίο.
Οι αμβλώσεις νομιμοποιήθηκαν στην Αργεντινή το 2020, αρκετά χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου, όπου η συγγραφή και έκθεση τέτοιων ζητημάτων αποτελεί ενεργό ακτιβισμό. Σε μία πατριαρχική κοινωνία που αγκαλιάζει νομοθεσίες για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των γυναικών και προάγει πολιτικές ελέγχου των σωμάτων τους, η επισφάλεια είναι η καθημερινή συνθήκη διαβίωσης των γυναικών και τα κοινωνικά ταμπού, που δημιουργούνται γύρω από τις γυναίκες που επιθυμούν την άμβλωση, περιορίζουν ακόμη περισσότερο τη δράση, την ελεύθερη επιλογή και τη ζωή των γυναικών επί ίσοις όροις με αυτή των ανδρών. Πόσες γυναίκες, άραγε, έχασαν τη μάχη με τη ζωή εξαιτίας της θεσμικής βίας στα σώματά τους και πόσες ακόμη μάχονται ώστε αυτό να μην ξανασυμβεί;
Στον αντίποδα των αμβλώσεων, η συγγραφέας μιλά επίσης για τη μητρότητα από τη σκοπιά που αυτή έρχεται καταναγκαστικά και όχι έπειτα από πραγματική επιλογή της γυναίκας. Σε όλο το βιβλίο γινόμαστε μάρτυρες μία εξαιρετικά τοξικής σχέσης μητέρας-κόρης μεταξύ Ελένας και Ρίτας, αφού σύμφωνα με την Ελένα, μία γυναίκα έχει ως «καθήκον απέναντι στο είδος, να γεννηθεί, να μεγαλώσει, να αναπαραχθεί και να πεθάνει». Πιέζει την κόρη της να γίνει μητέρα ενώ εκείνη δεν το έχει ακόμη σκεφτεί. Την εξαναγκάζει σε επίπονες εξετάσεις γονιμότητας, διότι η Ρίτα μεγαλώνει και οφείλει να κάνει ένα παιδί, όπως στερεοτυπικά προτάσσουν οι έμφυλοι ρόλοι της κοινωνίας της Αργεντινής.
Σε χειρότερη μοίρα βρίσκεται η τρίτη γυναίκα της ιστορίας, Ισαμπέλ. Μετά από μία φοβερή λογομαχία με άλλο πρόσωπο της ιστορίας για το αν θα έπρεπε να κάνει έκτρωση ή όχι σε μία εγκυμοσύνη που η ίδια δεν επιθυμεί, εξαναγκάζεται βίαια στη διατήρηση της κύησης και στην ανάληψη ενός ανεπιθύμητου μητρικού ρόλου. Η ίδια έχει απωλέσει κάθε αίσθηση εαυτού, καθώς βρίσκεται εγκλωβισμένη σε έναν γάμο και μία οικογένεια που εξωτερικά μοιάζει ευτυχισμένη αλλά πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού βρίσκεται κακοποίηση, πόνος, θυμός. Η ίδια δεν είχε και δεν έχει καμία δικαιοδοσία πάνω στο ίδιο της το σώμα, αφού κάποιοι άνδρες πήραν αποφάσεις για την Ισαμπέλ χωρίς την Ισαμπέλ. Βιώνει μία επιβεβλημένη μητρότητα, η οποία έχει έναν καταστροφικό αντίκτυπο τόσο στην ίδια όσο και στο παιδί της.
Τί αλλάξει μέσα μας αφού διαβάσουμε το βιβλίο;
Η διαδικασία ανάγνωσης του παρόντος βιβλίου, στην περίπτωσή μου ήταν μεταμορφωτική. Η συγγραφέας λεκτικοποιεί τη γυναικεία εμπειρία της αναπηρίας κι αυτό είναι ταυτόχρονα επίπονο και λυτρωτικό. Η θέση της γυναίκας, όταν υπεισέρχεται σε ευάλωτη θέση για λόγους υγείας, υποβαθμίζεται περαιτέρω. Τα βλέμματα που αποφεύγουν στο δρόμο τη θέαση του αναπήρου σώματος της Ελένας ενσαρκώνουν τη συνολική στάση της κοινωνίας που αποστρέφει το βλέμμα της από ένα σώμα λιγότερο ικανό, λιγότερο παραγωγικό, καθιστώντας το ανάξιο για ζωή.
Το βιβλίο έρχεται να μας «ξεβολέψει», να αναμοχλεύσει τον πόνο της τρωτότητας, την αμηχανία, την αποστροφή του κοινωνικού βλέμματος προς το άρρωστο σώμα, την απόρριψη της ασθένειας ως μία κατάσταση εκτός τόπου και την περιθωριοποίηση της ανάπηρης και της αναπηρίας. Παρατηρούμε τον κυριολεκτικό αγώνα της πρωταγωνίστριας να διεκδικήσει ξανά το σώμα της, «ένα σώμα που», σύμφωνα με τα δικά της λόγια, «έχει αχρηστευτεί από την αρρώστια». Δεν είναι η όψη της Ελένας που μοιάζει τρομακτική μέσα από την ασθένεια, μα η ίδια η αναπηρία ως μία κατάσταση επικίνδυνη και κοινωνικά ταξινομημένη ως μη φυσιολογική.
Η Ελένα πασχίζει να ιδιοποιηθεί εκ νέου την ταυτότητά της. Αναρωτιέται ποια είναι στο λογοτεχνικό παρόν που αναγκάζεται να ζει με Πάρκινσον αλλά και για το ποια γίνεται προοδευτικά, μέσα από τη διαρκή έκπτωση λειτουργικότητας που επιφέρει η ασθένειά της. Η αρρώστια επηρεάζει το αίσθημα του εαυτού. Η επίκτητη αναπηρία αλλάζει ριζικά όχι μόνο τη βιολογική συνθήκη υπό την οποία ζει, αλλά και την αντίληψη του σώματος και της προσωπικής ταυτότητας. Το τελευταίο, όμως, αποτελεί την άμεση συνέχεια του στιγματιστικού βλέμματος και της περιθωριοποίησης των ατόμων με χρόνια και σοβαρά προβλήματα υγείας.
Απέναντι σε όλα τα παραπάνω τοποθετείται η Πινιέιρο, η οποία γράφει το βιβλίο αυτό με αφορμή την απώλεια της μητέρας της από Πάρκινσον, διεκδικώντας την ορατότητα και ακουστότητα των ατόμων με αναπηρία. Η οπτική και γραφή της ως προς τη συνομιλία της λογοτεχνίας με την αναπηρία, καθιστά το έργο της πρωτότυπο, αναγκαίο και μεγαλειώδες. Με λογοτεχνική δεξιοτεχνία, φέρνει στο προσκήνιο τις ευθύνες της κοινωνίας απέναντι στους πολίτες, το αδιέξοδο και παράλογο της γραφειοκρατίας και την αναλγησία του κράτους πρόνοιας για τα ευάλωτα άτομα.
Το έργο θέτει μία σειρά από ανοικτά και κλειστά ερωτήματα προς σκέψη. Θα μπορούσε άραγε ο θάνατος της Ρίτας να ιδωθεί ως μία περίπτωση γυναικοκτονίας; Τι συνιστά η λογοτεχνική έκθεση ενός ατόμου με αναπηρία; Ποια σημασία αποκτά η ύπαρξη και θέαση ενός σώματος με αναπηρία μέσα σε μία κοινωνία δομικά κατασκευασμένη για ικανά, υγιή, παραγωγικά σώματα; Ποιο είναι το ηθικό και κοινωνικό βάρος της αναπηρίας;
«Η Ελένα Ξέρει» είναι μία ανεπανάληπτη νουάρ νουβέλα, στην οποία η συγγραφέας θέτει καίρια ερωτήματα για το σήμερα. Πίσω από έναν αινιγματικό θάνατο τοποθετεί μία μικρογραφία του σύγχρονου θεσμικού και κοινωνικού σκηνικού της Αργεντινής. Θέτει ερωτήματα που άλλοτε είναι εύκολο και άλλοτε δύσκολο να απαντηθούν. Το βιβλίο μπορεί να προσφέρει εξίσου αισθητική απόλαυση για τη λογοτεχνικότητά του αλλά και προβληματισμό για τα σημεία του καιρού μας. Κείμενα όπως αυτό, ηρωίδες σαν την Ελένα και μία σύνθετη κοινωνική πραγματικότητα που μας περιβάλλουν, μας δίνουν διαρκώς τροφή για σκέψη, η οποία οφείλει να μετουσιώνεται σε ανοικτό δημόσιο διάλογο και στη συνέχεια σε δράση.
Κλείνοντας, παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα του βιβλίου: «Κι ο κόσμος προχωράει, σπρώχνει ο ένας τον άλλο, και κανείς δεν παραξενεύεται όταν τον αγγίζει ή τον σπρώχνει ένας άγνωστος, κάποιος με τον οποίο μοιράζεται απλώς την ίδια ευθεία ανθρώπινη γραμμή».