Εκείνη την άνοιξη

Και που ‘ναι ο ήλιος που μου ‘ταξες;

Εκείνη την άνοιξη, δε μ’ ένοιαξαν τ’ ανθισμένα δέντρα.

Κι ο γυρισμός στο σπίτι, πάντα απ’ την ίδια διαδρομή.

Μη χάσω την ασφάλειά μου.

Κι έτσι απαρνήθηκα τους δρόμους που περπατήσαμε μαζί,

τα σοκάκια που παίξαμε,

τους ανθρώπους που μιλήσαμε.

Μεγάλη έλλειψη θάρρους που μ’ άφησες να φύγω.

Εκείνη την άνοιξη, δεν άνθισαν τα δέντρα.

Και που ‘ναι ο ήλιος που μου ‘ταξες;

Και λέω τ’ όνομά σου πολλές φορές.

Λες και δε μ’ άφησες ποτέ.

Κι όταν σου λέω, μάνα, πως θα ‘ρθω, ποτέ δεν έρχομαι.

Αλλά ήταν αβάσταχτο και πώς να στο εξηγήσω;

Ξεθωριάζω.

Βουλιάζω.

Και σε φωνάζω, ξέπνοα πια, μέσα στη νύχτα.

Πώς να στο πω,

πως δεν αντέχω

δεν μ’ αντέχω

δεν τ’ αντέχω.

Και πάντα δεσποινίς.

Δεν έγινα η κυρία κανενός και ποτέ μη σώσω.

Που να με πάρει ο διάολος, δε μ’ ένοιαξαν τα δέντρα που άνθισαν.

Γιατί εκείνη την άνοιξη μαράθηκα εγώ.

Και κάποτε θα λέω:

Θυμάσαι εκείνη την άνοιξη;

Κι εσύ θα ξέρεις για ποια ακριβώς άνοιξη θα λέω.


Η Γωγώ Λιανού στο ηλεκτρονικό μας βιβλιοπωλείο:

Καμία δημοσίευση για προβολή