Είμαστε όλοι κτήνη.
Κρεβάτια σε παρακμιακό ξενοδοχείο, γεμάτα σπέρματα.
Γεμάτα αίματα,
από κορίτσια ή αγόρια που έχασαν την παρθενιά τους εδώ.
Το «εδώ» καμιά φορά,
έχει γεύση κόκκινου ημίγλυκου κρασιού στα χείλη του.
Είμαι κτήνος.
Όσα δε πρόλαβες να πεις και να νιώσεις.
Πες μου ποια πραγματικότητα σε βολεύει,
και θα ‘ρθω να σε βρω.
Είμαι ο ήχος της φλέβας που σπάει.
Κι η φλέβα σπάει απ’ την υπερβολική δόση αξόδευτης αγάπης.
Κτήνη.
Επιρρεπείς στις καταχρήσεις.
Κι αυτή τη νύχτα,
που πριν φιλήσουμε τον επόμενο,
πείθουμε ο ένας τον άλλον πως ποτέ δεν υπήρξες.
Εσύ, γιατί αυτό σε συμφέρει.
Κι εγώ, γιατί αυτό σε συμφέρει.
Αυτή τη νύχτα.
Μόνοι όλοι.
Λίγοι .
Κορίτσια ή αγόρια,
χάνουμε την παρθενιά μας για δεύτερη φορά,
για τρίτη φορά.
Και λέμε «καλέ μου, πόσο τη δίνεις αυτή την αγάπη»;
Και τρυπάμε τη φλέβα ξανά και ξανά.
Είμαστε όλοι κτήνη.
Αυτή τη νύχτα του καλοκαιριού,
με τον έναν ή τον άλλο τρόπο,
γινόμαστε όλοι κτήνη.