Περιγραφή
Η νύχτα που έφυγε ο Παύλος
Ένα πολιτικό και δικαστικό θρίλερ, βασισμένο σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα.
Η ιστορία του Παύλου Φύσσα και της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή, μια αφήγηση που εκδιπλώνεται ακολουθώντας τις μαρτυρίες των πρωταγωνιστών της. Μία ιστορία που πηγαίνει πίσω στον χρόνο, φτάνοντας μέχρι τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη από το ακροδεξιό παρακράτος, ακριβώς πενήντα χρόνια νωρίτερα.
Εκείνο το βράδυ του Μαΐου 1963 στη Θεσσαλονίκη και η νύχτα στην Αμφιάλη τον Σεπτέμβριο του 2013 όπως τις έζησαν τα θύματα και οι θύτες. Ο σχεδιασμός των δολοφονιών, ο εκφοβισμός, οι θανατηφόρες επιθέσεις εναντίον μεταναστών και συνδικαλιστών, οι απόπειρες συγκάλυψης, το παιχνίδι με το βαθύ κράτος, η σπαρακτική κραυγή της Μάγδας Φύσσα «Γιε μου, τα κατάφερες», η νίκη απέναντι στον φόβο, η αγωνία για την επόμενη μέρα.
Ομως ο Παύλος δεν θα τρέξει. Δεν το επιτρέπει η αξιοπρέπειά του. «Είμαι στη γειτονιά μου», σκέφτεται, «δεν μπορεί κανείς να μου επιβάλει πού θα περπατήσω, ούτε να με φοβίσει. Δεν θα τρέξω μπροστά στους φασίστες, εδώ είναι η θέση μου». Κοντοστέκεται. Δεν είναι από εγωισμό. «Υπάρχουν αξίες πιο πολύτιμες από τη ζωή». Κάποιοι ορίζουν έτσι τον ηρωισμό. Είναι πια αργά για να γυρίσει πίσω. «Αλίμονο, τι μέλλεται να πάθω, κακό μεγάλο αν φύγω φοβισμένος μπροστά σ’ αυτό το πλήθος, χειρότερο όμως αν με πιάσουν μοναχό…» Ετσι μένει εκεί και περιμένει, σαν έτοιμος από καιρό, όρθιος και μόνος μέσα στη φοβερή ερημιά του πλήθους.
Ο Παύλος είναι όρθιος, παλεύει μόνος του με ομάδες τριών-τεσσάρων ατόμων που εναλλάσσονται και του επιτίθενται κατά κύματα, σαν αγέλη λύκων. Νιώθει τους παλμούς του να ανεβαίνουν, την αδρεναλίνη, και κάτι πέρα από αυτό.
Οι Χρυσαυγίτες πέφτουν πάνω του με δύναμη, τον χτυπούν, επιστρέφουν και αμέσως επιτίθενται οι επόμενοι. Ολοι οι υπόλοιποι, περίπου τριάντα άντρες, τους εμψυχώνουν από το πεζοδρόμιο και το διάζωμα της λεωφόρου, βρίζοντας, απειλώντας και ποδοβολώντας με τα άρβυλα. Ο Παύλος τους απωθεί, μένει όρθιος, ανταποδίδει τα χτυπήματα, δεν μπορούν να τον ρίξουν. Δεν είναι ταραγμένος, παλεύει μηχανικά, σαν σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι, για να γλιτώσει την ανελέητη μοιραία ώρα.