Περιγραφή
Το “Λούμπεν μυθιστορηματάκι” είναι το τελευταίο έργο που εξέδωσε ο Μπολάνιο προτού πεθάνει.
“Τώρα είμαι μητέρα και είμαι επίσης παντρεμένη γυναίκα, αλλά δεν πάει πολύς καιρός που ήμουν εγκληματίας”: Με αυτά τα λόγια αρχίζει η Μπιάνκα την ιστορία της σκληρής ενηλικίωσής της στη Ρώμη. Έπειτα από τον πρόωρο θάνατο των γονιών της σ’ ένα τραγικό αυτοκινητικό δυστύχημα, η Μπιάνκα, λίγο μεγαλύτερη από έφηβη, πρωταγωνίστρια και φωνή μέσω της οποίας εκτυλίσσεται η αφήγηση, ανακαλύπτει τον εαυτό της στο χείλος της αβύσσου της αδιάφορης ύπαρξής της, ενώ κατευθύνεται νομοτελειακά προς ένα δρόμο ο οποίος δεν οδηγεί σε κανένα μέλλον. Περνά τον καιρό της λούζοντας, βάφοντας και κουρεύοντας μαλλιά, ενώ ο μικρότερος αδελφός της μπλέκει με δύο άτομα αμφιβόλου ηθικής στο γυμναστήριο όπου δουλεύει. Η εμφάνιση των δύο μυστηριωδών αντρών θα δώσει την ευκαιρία να σχεδιάσουν ένα έγκλημα που θα μπορούσε να τους γλιτώσει από τις οικονομικές δυσχέρειες: Η μικρή περιουσία ενός ηλικιωμένου και τυφλού ηθοποιού, που είχε παίξει στο παρελθόν το ρόλο του Μασίστα σε ταινίες και είχε κερδίσει τον τίτλο του Μίστερ Ιταλία, ύστερα του Μίστερ Ευρώπη και τέλος του Μίστερ Κόσμος, θα μπορούσε να αποτελέσει την έξοδο διαφυγής που θα τους οδηγούσε κάπου, οπουδήποτε, αλλά πάντως κάπου. Η Μπιάνκα υποτίθεται ότι πηγαίνει στο σπίτι του για να ανακαλύψει πού έχει κρυμμένο το χρηματοκιβώτιό του, σύντομα όμως εμπλέκεται σε μια σαδομαζοχιστική σχέση και δημιουργείται ένας απροσδόκητος δεσμός. “Αλλά όταν προσπαθούσα να φανταστώ ολόκληρη τη ζωή μου μαζί του δεν έβλεπα τίποτα: μια εικόνα άδεια, ο τοίχος ενός ακατοίκητου δωματίου, αμνησία, λοβοτομή, το σώμα μου διαλυμένο σε κομμάτια”. Σε τί μπορεί να ελπίζει από τη στιγμή που έχει παραιτηθεί από κάθε ελπίδα; Για πόσο;
Λούμπεν μυθιστορηματάκι, εκδ. Άγρα
Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο (Σαντιάγο της Χιλής, 1953 – Βαρκελώνη 2003), πεζογράφος και ποιητής, έχει επιβληθεί ως ένας από τους σημαντικότερους Λατινοαμερικανούς συγγραφείς του καιρού μας. Γεννήθηκε στη Χιλή, αλλά σε ηλικία 13 ετών μετανάστευσε με την οικογένειά του στο Μεξικό. Το 1973 αποφάσισε να επιστρέψει στη Χιλή προκειμένου να στηρίξει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Αλλιέντε, έφτασε όμως λίγες μέρες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοσέτ. Συνελήφθη για τη συμμετοχή του στην αντίσταση ενάντια στη δικτατορία, ενώ μετά την απελευθέρωσή του επέστρεψε στο Μεξικό, απ’ όπου αργότερα μετανάστευσε στην Ισπανία (1978) για να εγκατασταθεί οριστικά στην Blanes, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη της Καταλωνίας. Πέθανε στη Βαρκελώνη το 2003 από μια δυσλειτουργία του ήπατος, η οποία τον ταλαιπωρούσε για περισσότερο από μία δεκαετία. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1975. Ωστόσο, αν και ξεκίνησε από την ποίηση, γρήγορα στράφηκε στην πεζογραφία· έγραψε συλλογές διηγημάτων, νουβέλες και μυθιστορήματα. Για το μυθιστόρημά του “Los detectives salvajes” τιμήθηκε με τα βραβεία Herralde (1998) και Romulo Gallegos (1999), ενώ για το “Llamadas telefonicas” (“Τηλεφωνήματα”, 2009, Εκδόσεις Άγρα) τού απονεμήθηκε το 1998 το Premio Municipal de Santiago de Chile, η ανώτατη λογοτεχνική διάκριση στη Χιλή. Το τελευταίο του μυθιστόρημα, “2666” (εκδ. Άγρα, 2011), θεωρείται η κορύφωση της μυθοπλαστικής του ικανότητας, κέρδισε το 2004, έναν χρόνο μετά το θάνατο του συγγραφέα, το βραβείο Salambo για το καλύτερο ισπανόφωνο μυθιστόρημα. Έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και η επιρροή του θεωρείται από τις σημαντικότερες στη σύγχρονη ισπανόφωνη λογοτεχνία.