Περιγραφή
Η τρέλα του Πινοτσέτ
Ένα βράδυ, τέλη Οκτωβρίου του 1973, ο ταξίαρχος Ουάσινγκτον Καράσκο Φερνάντες επισκέφθηκε τις αίθουσες βασανιστηρίων του συντάγματος Τουκάπελ, στο Τεμούκο. Εγώ κι άλλοι τέσσερις ήμαστε κρεμασμένοι απ’ τους καρπούς, σαν σφαχτάρια, κι ο ταξίαρχος μας επιθεωρούσε με βλέμμα κριτικό. Φορούσε στολή εκστρατείας, και στη ζώνη του κρεμόταν το υπηρεσιακό του περίστροφο. Αμέσως ήρθε κοντά μας κι έδωσε στον καθένα μας από ένα ελαφρό σπρώξιμο, που μας έκανε να ταλαντευτούμε σαν εκκρεμή. Ύστερα μας ρώτησε αν χρειαζόμασταν τίποτα. Ένας από μας (ορκίζομαι ότι ήταν ένας δημοτικός σύμβουλος απ’ το Καράουε που, κατά σύμπτωσιν, λεγόταν κι αυτός Σεπούλβεδα) του απάντησε: “Μήπως θα μπορούσατε να πλησιάσετε το πάτωμα στα πόδια μας;”
(Είκοσι δύο άρθρα-καταγγελίες του Λουίς Σεπούλβεδα, με αφορμή τα τριάντα χρόνια από το πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Σαλβαδόρ Αλιέντε).
Η τρέλα του Πινοτσέτ
Ο Λουίς Σεπούλβεδα (4 Οκτωβρίου 1949 – 16 Απριλίου 2020) γεννήθηκε στο Ovalle, στο βορρά της Χιλής. Στα 15 του χρόνια έγινε μέλος της κομμουνιστικής νεολαίας. Σπούδασε σκηνοθεσία θεάτρου στο Σαντιάγο. Το 1969 πήρε πενταετή υποτροφία για το Πανεπιστήμιο της Μόσχας, αλλά πέντε μήνες αργότερα εκδιώχθηκε από τη Σοβιετική Ένωση λόγω “κακής διαγωγής”: είχε πιάσει φιλίες με αντιφρονούντες. Ένθερμος υποστηρικτής του Σαλβατόρ Αλιέντε, μπήκε στην προσωπική του φρουρά το 1973. Μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ φυλακίστηκε, βασανίστηκε, κατηγορήθηκε για προδοσία και καταδικάστηκε σε ποινή είκοσι οκτώ ετών. Μετά από δυόμισι χρόνια εγκλεισμού του αποφυλακίστηκε με παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας και εξορίστηκε από τη Χιλή. Κατέφυγε στο Εκουαδόρ, όπου οργάνωσε θεατρικό θίασο. Έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα και δημιούργησε θεατρικές ομάδες στο Περού, το Εκουαδόρ και την Κολομβία. Έζησε έξι μήνες στον Αμαζόνιο με τους ινδιάνους Σουάρ, στο πλαίσιο αποστολής της Unesco, και αποκόμισε εμπειρίες που άλλαξαν την αντίληψή του για τον κόσμο και του πρόσφεραν, αργότερα, το υλικό για το πρώτο του μυθιστόρημα: “Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης” (1989). Το 1979 κατατάχθηκε στη Διεθνή Ταξιαρχία “Σιμόν Μπολιβάρ” και συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας, στην οποία, μετά την επικράτηση της επανάστασης, εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Την επόμενη χρονιά (1980) εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη και έγινε ακτιβιστής της Greenpeace. Ταξίδεψε σ’ όλον τον κόσμο και του απονεμήθηκαν τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία. Τα πιο γνωστά βιβλία του είναι: “Ο κόσμος του τέλους του κόσμου” (1989), “Όνομα ταυρομάχου” (1994), “Patagonia express” (1995), “Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει” (1996), “Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer” (1996), “Hot Line, Γιακαρέ” (1997), “Η τρέλα του Πινοσέτ” (2002), “Τα χειρότερα παραμύθια των αδελφών Γκριμ” (2004), “Η δύναμη των ονείρων” (2006).
Τον Φεβρουάριο του 2020 αρρώστησε, νοσηλεύτηκε και έχασε τη μάχη για τη ζωή στην πανδημία του Covid-19 στην Ισπανία, όπου και ζούσε.