Καμίλο Τόρες: Η επανάσταση ως χριστιανικό καθήκον

Padre Camilo | εκδόσεις red n’ noir | Γράφει η Χρύσα Τζιαφέτα

Καμίλο Τόρες

*Από την εισήγηση της Χρύσας Τζιαφέτα στην παρουσίαση του βιβλίου της «Padre Camilo, η σκέψη και η δράση του Καμίλο Τόρες» στο πλαίσιο του 2ου books n’ beer fest.

Ας ξεκινήσουμε με το απόσπασμα στο οπισθόφυλλο που συγκρίνει τον Καμίλο Τόρες με τον Τσε Γκεβάρα. Πράγματι, ο Καμίλο και ο Τσε ήταν σύγχρονοι. Και οι δύο γεννήθηκαν σε αστικές οικογένειες και είχαν πρόσβαση σε πανεπιστημιακές σπουδές. Το προνόμια αυτό θα μπορούσε να τους είχε εξασφαλίσει μια ασφαλή κοινωνική άνοδο, την οποία οι ίδιοι αποποιήθηκαν συνειδητά, επιλέγοντας τον επαναστατικό αγώνα. Και οι δύο δεσμεύτηκαν με τη λαϊκή εκπαίδευση και την επιμόρφωση των κοινοτήτων. Και οι δύο επέλεξαν την ένοπλη δράση. Πέρα από τα κοινά ως προς τα βιογραφικά τους στοιχεία, παρατηρούμε συγκλίσεις ως προς τα βαθύτερα κίνητρά τους και κοινές φιλοσοφικές οπτικές. Ας αναφέρουμε ενδεικτικά κάποιες: και οι δύο αγωνίστηκαν για τον συνδυασμό των ιδανικών με την αποτελεσματικότητα, της ουτοπίας με τον επιστημονικό ορθολογισμό. Και οι δύο ερμήνευσαν τον μαρξισμό με έναν ανθρωπιστικό τρόπο, παίρνοντας απόσταση από την οικονομικίστικη παράδοση και αντιμετωπίζοντας τον άνθρωπο ως πρωταγωνιστή της ιστορίας του.

Εκτός κανονιστικού πλαισίου του επαναστατικού ειδώλου

Γιατί λοιπόν δεν είναι τόσο γνωστός και αναγνωρίσιμος ο Καμίλο όσο ο Τσε; Ίσως επειδή υπάρχει η τάση στα κινήματα εντός και εκτός Λατινική Αμερική, να αναδεικνύονται περισσότεροι εκείνοι οι «μάρτυρες» που θριάμβευσαν. Ο Καμίλο, καθώς εξοντώθηκε από την πρώτη του μάχη, για κάποιους τομείς της αριστεράς φαίνεται σαν μια προσωπικότητα αφελής, σχεδόν δονκιχωτική. Από την άλλη, υπάρχει και μια νοοτροπία στον αριστερό αλλά και στον α/α χώρο, που, υψώνοντας ως σημαία της τον αθεϊσμό, καταδεικνύει καθετί που έχει να κάνει με θρησκευτική πίστη ως αντίπαλο. Έτσι, ο Καμίλο βγαίνει εκτός του κανονιστικού πλαισίου του επαναστατικού ειδώλου.

Ο αντάρτης παπάς

Ο Καμίλο λοιπόν έχει μείνει γνωστός ως ο αντάρτης παπάς. Αυτή η απλουστευτική διχοτομία που έχει εγκατασταθεί στο συλλογικό φαντασιακό, μας κάνει να χάσουμε από τα μάτια μας άλλες όψεις της ζωής του. Το βιβλίο προτείνει να τον δούμε ολιστικά. Ο Καμίλο ήταν πράγματι ένας ιερέας, ένας  αντισυμβατικός ιερέας που δεν δίστασε να συγκρουστεί με την ιεραρχία της Εκκλησίας και να καταγγείλει τη συμμαχία της με την πολιτική εξουσία. Ήταν επίσης κοινωνιολόγος, δίδασκε στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Δεν ήταν ένας κοινωνιολόγος θεωρητικός, αλλά πρεσβευτής της εφαρμοσμένης και της στρατευμένης επιστήμης, γνώριζε δηλαδή ότι δεν υπάρχει ουδετερότητα στην επιστήμη, ήταν επίσης ένας καθηγητής που ήταν πάντα στο πλευρό των φοιτητών. Ήταν επιπλέον ένας πολιτικός ηγέτης, που αξιοποίησε το προσωπικό του χάρισμα προκειμένου να συνενώσει μέσα από τη συμμαχία του Ενιαίου Μετώπου διαφορετικά άτομα και παρατάξεις στον επαναστατικό σκοπό. Ήταν τέλος, αντάρτης, αν και η δράση του μέσα στον ELN κράτησε μόνο 4-5 μήνες.

Καμίλο Τόρες
Καμίλο Τόρες
Καμίλο Τόρες
Καμίλο Τόρες

Ο άλλος Καμίλο

Θα ήθελα εδώ να αναφερθώ στις φωτογραφίες που περιέχονται στο βιβλίο. Ευτυχώς  τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει στη δημοσιότητα εικόνες που αναδεικνύουν και άλλες όψεις της ζωής του Καμίλο, τις οποίες κάποιοι φύλαγαν σαν θησαυρό σε αρχεία, βιβλιοθήκες, κλπ., και οι οποίες μας κάνουν να γνωρίσουμε τον «άλλον Καμίλο», διασώζουν δηλαδή μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του.

Η πρώτη περίοδος της ζωής του Καμίλο Τόρες

Ας πούμε δυο λόγια για τη δράση του και για την εξέλιξη της σκέψης του. Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τη ζωή του σε τέσσερις περιόδους. Η πρώτη ξεκινάει στα 18 του, όταν ο Καμίλο μπαίνει στην Ιερατική Σχολή της Μπογκοτά. Τη σχολή επισκέπτεται κάποτε ο καθηγητής Φρανσουά Ουτάρ, που δίδασκε Κοινωνιολογία στη Λουβέν του Βελγίου, σε ένα πανεπιστήμιο με παράδοση σε έργα κοινωνικής δράσης και, βλέποντας το ενδιαφέρον του Καμίλο για τα κοινωνικά ζητήματα, τον καλεί να σπουδάσει Κοινωνιολογία. Ο Καμίλο τα χρόνια που ζει στην Ευρώπη κάνει πρακτική στα ανθρακωρυχεία της Λιέγης, ταξιδεύει επίσης σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως, έρχεται σε επαφή με αντιαποικιακά κινήματα της εποχής, με κυριότερο αυτό της Αλγερίας.

Την περίοδο αυτή πρεσβεύει δύο βασικές θέσεις στα κείμενά του: Πρώτον, ο χριστιανισμός, λέει, έχει τη δύναμη να εξανθρωπίσει οποιοδήποτε οικονομικό σύστημα. Από την άλλη, επειδή ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που παράγει τεράστιες ανισότητες, τίποτα δεν εμποδίζει τους χριστιανούς να διεκδικούν την κατάργηση του. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπεται να είναι αιματηρή. Δεύτερον, οι χριστιανοί χρειάζεται να αξιοποιήσουν τα εργαλεία που παρέχουν οι κοινωνικές επιστήμες. Θα καταλάβουν τότε, ότι η φτώχεια δεν είναι μια ατομική κατάσταση, αλλά το αποτέλεσμα μιας κοινωνικής σχέσης.

Η δεύτερη περίοδος

Σε μία δεύτερη περίοδο της ζωής του, επιστρέφει στην Κολομβία αποφασισμένος, όπως δηλώνει, να δουλέψει για την εξάλειψη της υπανάπτυξης στη χώρα του. Το διάστημα αυτό αναπτύσσει την έννοια που είναι κλειδί για τη σκέψη του, την έννοια της αποτελεσματικής αγάπης. Τι σημαίνει αυτό: η ουσία του χριστιανισμού, λέει ο Καμίλο, είναι η αγάπη στον πλησίον. Αν θέλουμε να αποδείξουμε ότι πιστεύουμε σε κάποιες χριστιανικές αξίες, πρέπει να προσπαθούμε να το αποδεικνύουμε με πράξεις. Ποιες πράξεις; Στις συγκεκριμένες συνθήκες της χώρας, όπου υπάρχει μια τεράστια μάζα πεινασμένων, φτωχών, αστέγων, αρκεί η ελεημοσύνη; Όχι, επειδή δεν είναι αποτελεσματική. Και μάλιστα, αναφέρει σε μία γνωστή του φράση: «το να χρησιμοποιούμε την αγαθοεργία για να λύσουμε τόσο σοβαρά προβλήματα, είναι σα να πιστεύουμε ότι ο καρκίνος μπορεί να θεραπευτεί με ασπιρίνη». Τι είναι αποτελεσματικό; Οι χριστιανοί να δουλεύουμε με τους φτωχούς, όχι για τους φτωχούς, να τους αναγνωρίζουμε ως υποκείμενα που θα πάρουν στα χέρια τους τη ζωή τους, όχι ως αντικείμενα της γενναιοδωρίας μας. Η αποτελεσματικότητα, επομένως, για τον Καμίλο ταυτίζεται με την αλληλεγγύη και όχι με την ελεημοσύνη.

Προσπαθώντας να κάνει πράξη την αλληλεγγύη με τους φτωχούς, ο Καμίλο επιχειρεί αρχικά μια διείσδυση στους κρατικούς θεσμούς, επιδιώκει δηλαδή να πετύχει κάποιες μεταρρυθμίσεις. Εκεί συναντά πολλά εμπόδια: τα οικονομικά συμφέροντα που εναντιώνονται σε μια ριζική αγροτική μεταρρύθμιση, την κομματική διαφθορά, καθώς το καθεστώς του Εθνικού Μετώπου προσπαθούσε να ελέγχει τους θεσμούς, τοποθετώντας παντού μέλη του Συντηρητικού και του Φιλελεύθερου Κόμματος, κ.ά.

Ο Καμίλο μαθαίνει πολλά από τη ρεφορμιστική του εμπειρία: ότι η ιεραρχία της Εκκλησίας είναι δεμένη με την πολιτική εξουσία, ότι η ακαμψία της πολιτικής εξουσίας είναι στενά συνδεδεμένη με την ταξική δομή, ότι το σύστημα που παράγει αυτές τις τεράστιες ανισότητες ήταν αδύνατο να το αλλάξει κανείς από τα πάνω, ακολουθώντας τη θεσμική οδό.  Ότι δεν γίνεται να είναι κανείς με τον λαό, χωρίς να είναι ενάντια στην ολιγαρχία, όπως την αποκαλεί, που πλουτίζει εις βάρος του λαού. Ότι οι ελίτ δεν θα παραχωρήσουν τα προνόμιά τους οικειοθελώς. Σιγά σιγά λοιπόν γεννιέται στο μυαλό του η πεποίθηση ότι η αλλαγή των κοινωνικών δομών δεν μπορεί να προκληθεί χωρίς την πίεση των ίδιων των φτωχών μαζών. Αρχίζει, λοιπόν, στο δίλημμα «μεταρρύθμιση ή επανάσταση» να μετακινείται προς το δεύτερο σκέλος.

Η Σφαγή της Μαρκετάλια

Καθοριστικό στη ριζοσπαστικοποίηση του Καμίλο ήταν ένα ιστορικό γεγονός, που εδώ δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό, η Σφαγή της Μαρκετάλια. Στην περιοχή της Μαρκετάλια είχαν ιδρυθεί οι λεγόμενες Ανεξάρτητες Πολιτείες, κάποιες αυτοδιοικούμενες κοινότητες χωρικών, οι οποίες μπαίνουν στο στόχαστρο της κυβέρνησης, που επιδιώκει να σταθεροποιήσει τον κρατικό έλεγχο σε ολόκληρη την επικράτεια. Στις 18 Μαΐου 1964, ξεκινάει η «Επιχείρηση Εθνική Κυριαρχία», μια στρατιωτική επέμβαση, η οποία καταλήγει στην κατάληψη της περιοχής, σε συλλήψεις χωρικών, από τους οποίους 200 δολοφονούνται και πολλοί ακόμα υποβάλλονται σε βασανιστήρια. Η σφαγή της Μαρκετάλια είναι ένα πλήγμα που διαλύει με οδυνηρό τρόπο οποιαδήποτε αυταπάτη έχει ο Καμίλο σε σχέση με το Κράτος. Συνειδητοποιεί ότι η άρχουσα τάξη είναι αμείλικτη την ώρα της υπεράσπισης των συμφερόντων της και ότι η διάλυση όσων αντιστέκονται είναι προϋπόθεση για τη διατήρησή της.

Η τρίτη περίοδος του Καμίλο Τόρες

Σε μία τρίτη περίοδο που καλύπτει τα χρόνια 1964-1965, βλέπουμε ότι ο λόγος του Καμίλο, τόσο στα κείμενα όσο και στις ομιλίες του, γίνεται πιο ξεκάθαρος και πιο ριζοσπαστικός.

Ασκεί δριμεία κριτική στην ιεραρχία της Εκκλησίας, την οποία εγκαλεί επειδή δεν ενδιαφέρεται για τα κοινωνικά προβλήματα και καταγγέλλει τα οικονομικά και πολιτικά της προνόμια. Οι θέσεις του και οι πράξεις του οδηγούν στην αποπομπή του από την Εκκλησία ή μάλλον στην υποχρέωσή του να αποποιηθεί τον ρόλο του ιερέα και να εκπέσει σε καθεστώς κοσμικού. Θα ήθελα εδώ να αναφερθώ στη φωτογραφία στο εξώφυλλο του βιβλίου (η οποία είναι λίγο «πειραγμένη» από τη γραφίστριά μας, την πρωτότυπη μπορείτε να τη δείτε στη σελίδα 99). Η φωτογραφία αυτή είναι εμβληματική, έχει τραβηχτεί από τον Ερνάν Ντίας, οικογενειακό φίλο του Καμίλο, αφότου ο Καμίλο αποποιήθηκε την ιερατική του ιδιότητα. Παρά το γεγονός αυτό, επέλεξε να φωτογραφηθεί με το ράσο, καθώς όπως έλεγε ο ίδιος, θεωρούσε τον εαυτό του ιερέα στην αιωνιότητα. Αυτή η φωτογραφία θεωρείται σημαντική, γιατί εκφράζει μια πράξη ανυπακοής απέναντι στην εκκλησιαστική ιεραρχία.

Η Πλατφόρμα του Ενιαίου Μετώπου

Στο εξής λοιπόν ο Καμίλο ρίχνεται στον πολιτικό αγώνα συντάσσοντας την Πλατφόρμα του Ενιαίου Μετώπου που περιέχει ένα σύνολο μετεπαναστατικών στόχων και προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κίνημα, συνενώνοντας μερίδες της αριστεράς αλλά και ανένταχτο κόσμο. Το εγχείρημα αρχικά συσπειρώνει τις μάζες, όμως στη συνέχεια αποτυγχάνει, εξαιτίας κυρίως εσωτερικών αδυναμιών. Κάποιοι προσπαθούν να αποσπάσουν εκλογικά οφέλη, αντίθετα, ο Καμίλο είναι υπέρμαχος της εκλογικής αποχής, επιπλέον, κάποιες οργανώσεις στο εσωτερικό του Ενιαίου Μετώπου δεν πιστεύουν στην επαναστατική οδό, παρατηρείται καχυποψία, σεκταρισμός, όλες οι παθογένειες της αριστεράς βγαίνουν στην επιφάνεια. Την περίοδο αυτή προσεγγίζουν τον Καμίλο φοιτητές προσκείμενοι στον ELN και αρχίζουν οι μυστικές επαφές του με τον επικεφαλής του ELN, Φάμπιο Βάσκες, μέχρι που ο Καμίλο αποφασίζει να ενταχθεί στο αντάρτικο.

Η επανάσταση ως χριστιανικό καθήκον

Η σκέψη του αυτήν την περίοδο έχει καταλήξει σε δύο βασικά προτάγματα. Το πρώτο ορίζει την επανάσταση ως χριστιανικό καθήκον. Και μάλιστα, μερικές φορές, ο Καμίλο μεταξύ αστείου και σοβαρού,  λέει στους κοντινούς του ανθρώπους ότι ο καθολικός που δεν είναι επαναστάτης και δεν είναι με τους επαναστάτες διαπράττει θανάσιμο αμάρτημα. Η επιχειρηματολογία του συμπυκνώνεται στο Μήνυμα προς του Χριστιανούς: «Αν η αγαθοεργία, η ελεημοσύνη, τα λιγοστά δωρεάν σχολεία, τα λιγοστά σχέδια για κατοικία, αυτό που έχει ονομαστεί «φιλανθρωπία», δεν φτάνει να δώσει φαγητό στην πλειοψηφία των πεινασμένων, ούτε ένδυμα στην πλειοψηφία των γυμνών, ούτε εκπαίδευση στην πλειοψηφία των αδαών, πρέπει να βρούμε αποτελεσματικά μέσα για την ευημερία των πλειοψηφιών. Αυτά τα μέσα δεν θα τα αναζητήσουν οι προνομιούχες μειοψηφίες που έχουν την εξουσία, γιατί, γενικά, αυτά τα αποτελεσματικά μέσα υποχρεώνουν τις μειοψηφίες να θυσιάσουν τα προνόμιά τους (…) Είναι, λοιπόν, αναγκαίο να αφαιρέσουμε τη δύναμη από τις προνομιούχες πλειοψηφίες, για να τη δώσουμε στις φτωχές πλειοψηφίες. Αυτό, εάν γίνει γρήγορα, είναι το ουσιώδες μιας επανάστασης. Η Επανάσταση μπορεί να είναι ειρηνική, αν οι μειοψηφίες δεν προβάλλουν βίαιη αντίσταση. Η Επανάσταση, ως εκ τούτου, είναι ο τρόπος για να πετύχουμε, ώστε μια κυβέρνηση να δώσει στον πεινασμένο να φάει, να ντύσει τον γυμνό, να διδάξει τον αμόρφωτο, να τηρήσει τα έργα φιλανθρωπίας και αγάπης στον πλησίον, όχι μόνο με τρόπο περιστασιακό και παροδικό, όχι μόνο για κάποιους λίγους, αλλά για την πλειοψηφία των συνανθρώπων μας. Γι’ αυτό η Επανάσταση δεν είναι μόνο επιτρεπτή αλλά υποχρεωτική για τους χριστιανούς που θα δουν σε εκείνη το μόνο αποτελεσματικό και διευρυμένο τρόπο για να κάνουν πράξη την αγάπη για όλους.»

Η συνεργασία των χριστιανών με τους μαρξιστές

Το δεύτερο πρόταγμα υποδεικνύει τη συνεργασία των χριστιανών με τους μαρξιστές. Λέει καταρχήν ο Καμίλο: ο χριστιανισμός και ο μαρξισμός έχουν την κοινή ιδιότητα ότι είναι και οι δύο ανθρωπισμοί. Επιπλέον, αξιολογεί θετικά τις «τεχνικές», όπως τις χαρακτηρίζει, συνεισφορές του μαρξισμού. Για τον λόγο αυτό, προτείνει την ηγεσία στην επαναστατική διαδικασία και στον μετέπειτα οικονομικό σχεδιασμό να την έχουν οι μαρξιστές, λόγω μεγαλύτερης επιστημονικής γνώσης. Αναγνωρίζει, άλλωστε, ότι οι αναλύσεις τους συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό με την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα των φτωχών χωρών αλλά και ότι οι μαρξιστές έχουν μια αγωνιστική παράδοση στην αλλαγή των κοινωνικών δομών.

Η τέταρτη περίοδος του Καμίλο Τόρες

Για την τέταρτη περίοδο της ζωής του Καμίλο, που περιλαμβάνει τη δράση του μέσα στο αντάρτικο μέχρι τη στιγμή που σκοτώνεται, τη συζήτηση γύρω από τις όποιες ευθύνες για τον θάνατό του, το τι απέγινε το πτώμα του σας παραπέμπω στο βιβλίο (ας μην κάνω άλλο σπόιλερ).

Αντιμέτωπος με διαρκή διλήμματα

Νομίζω ότι αυτό που κάνει εντύπωση και, θα έλεγα, συγκινεί στην περίπτωση του Καμίλο, είναι ότι βρίσκεται αντιμέτωπος με διαρκή διλήμματα τα οποία βιώνει με δραματικό τρόπο: το πρώτο είδαμε ότι είναι το «μεταρρύθμιση ή επανάσταση» Από τη στιγμή που καταλήγει στην αναγκαιότητα της επανάστασης, αρχίζει να αντιμετωπίζει ένα νέο προβληματισμό: θα είναι εφικτό να παραδώσει η ολιγαρχία την εξουσία με ειρηνικό τρόπο; Ή θα χρειαστεί να καταφύγει το λαϊκό κίνημα σε βίαιες μεθόδους; Και εάν ναι, δεν αντιβαίνει κάτι τέτοιο στις χριστιανικές αξίες; Ο Καμίλο κι εδώ καταλήγει στο εξής: «Η πεποίθησή μου είναι ότι ο λαός είναι αρκετά δικαιολογημένος εάν επιλέξει μια βίαιη οδό». Δικαιολογημένος επειδή η επαναστατική βία είναι δίκαιη ως άμυνα απέναντι σε μια άδικη επίθεση. Κάτι τέτοιο, μάλιστα, δεν έρχεται σε αντίθεση με το δόγμα της Εκκλησίας: «Η Εκκλησία, πολλές φορές, έχει εκφράσει το δόγμα της σχετικά με τον δίκαιο πόλεμο και τον πόλεμο ενάντια στην τυραννία και καταλαβαίνω ότι υπάρχουν προϋποθέσεις σε αυτόν, σύμφωνα με τις οποίες, πρώτον, επιτρέπεται να εξαντληθούν οι ειρηνικές οδοί, δεύτερον, να μπορεί να προβλεφθεί ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα και, τρίτον, να μπορεί επίσης να προβλεφθεί ότι οι συνέπειες της εν λόγω βίαιης επανάστασης δεν θα είναι χειρότερες από την τωρινή κατάσταση. Και αυτό θα μπορούσε να ισχύει στη δική μας περίπτωση, εάν παραδεχτούμε ότι σήμερα υπάρχουν παιδιά που πεθαίνουν από την πείνα καθημερινά.. ότι υπάρχει μια βία σε όλη τη χώρα από την οποία έχουν πεθάνει τριακόσιες χιλιάδες Κολομβιανοί…».

Ο ιερέας Χαβιέρ Χιράλντο

Αυτά τα λόγια του Καμίλο, τα διλήμματα του, η αγωνία του να πετύχει τη συνέπεια μεταξύ λόγων και έργων, επαναφέρουν σήμερα μια συζήτηση που δεν είναι καθόλου καινούργια και αφορά το λεγόμενο jus ad bellum, το δικαίωμα στον πόλεμο ή στην εξέγερση και στο jus in bello, που αφορά τα μέσα και τα όρια, ζητήματα που τίθενται σε ένα μέρος του επιλόγου, καθώς και στο επίμετρο του βιβλίου. Σε σχέση με το πρώτο δίλημμα, ο ιερέας Χαβιέρ Χιράλντο, που είναι ένας από τους ιερείς σήμερα που ακολουθούν τα βήματα του Καμίλο, πηγαίνει τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα, τονίζοντας ότι το να παραμένει κανείς άπραγος μπροστά στη βία, σημαίνει ότι αποδέχεται την αδικία. Το δικαίωμα, μάλιστα, στην εξέγερση είναι ανεξάρτητο από το εάν αυτή έχει πιθανότητες να πετύχει τον σκοπό της ή όχι:

«…Πολλοί αγωνιστές επιλέγουν τον πόλεμο· όχι επειδή πιστεύουν ότι θα τον κερδίσουν, αλλά επειδή θεωρούν ηθικό το να συντηρούν τουλάχιστον μια διαρκή παρενόχληση και αποσταθεροποίηση ενός άδικου συστήματος, και άλλοι επειδή θεωρούν ότι ακόμα και ένας αγώνας χωρίς ελπίδα είναι το μοναδικό που διασώζει το νόημα της ζωής τους. Τουλάχιστον, έτσι θα πεθάνουν καταστρέφοντας αυτό που θεωρούν διεστραμμένο και κατασκευάζοντας, με αυτόν τον τρόπο, την ηθική τους ταυτότητα μέσω ενός εμφατικού ΟΧΙ στην αδικία».

Σε σχέση με το δεύτερο δίλημμα, εκείνο των μέσων, υπάρχει ένα τρομερά ενδιαφέρον βιβλίο που ονομάζεται Η Εξέγερση των Ορίων. Συγγραφέας είναι ο Κάρλος Αλμπέρτο Ρουίς, ένα νομικός που είναι και σύμβουλος του ELN στις διαπραγματεύσεις του με το κολομβιανό κράτος. Θέτει το ζήτημα ως εξής: τα εξεγερμένα υποκείμενα πρέπει να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή να εξηγούν σε ποια μέσα μπορούν να προσφύγουν και σε ποια όχι: «Σήμερα οι εξεγερμένοι  –και όχι μόνο οι οργανώσεις που έχουν πάρει τα όπλα– συνηθίζουν στην αρχή να μη γνωστοποιούν με αρκετή σοβαρότητα και σαφήνεια το αξιακό πλαίσιο και τις ηθικές παραμέτρους που προσανατολίζουν τη δράση τους και, ακόμα συνηθέστερα, δεν τις έχουν καν προσδιορίσει αναμεταξύ τους. Η ηθική νομιμοποίηση των εξεγερμένων οφείλει να είναι αντικείμενο επίκλησης, ώστε να είναι πλήρως διάφανη και κατανοητή η θέση τους και η οπτική τους». Χρειάζεται να έχουμε υπόψη ότι αυτή η συζήτηση δεν γίνεται εν κενώ, αλλά περιέχει πολλούς υπαινιγμούς για τον εκφυλισμό των αντάρτικων κινημάτων στην Κολομβία, μια συζήτηση που είχε αναζωπυρωθεί με αφορμή τη συμφωνία ειρήνης  μεταξύ κολομβιανού κράτους και FARC.

Η παρακαταθήκη του Καμίλο στους λαούς της Λατινικής Αμερικής

Σε ό,τι αφορά την παρακαταθήκη που έχει αφήσει ο Καμίλο στους λαούς της Λατινικής Αμερικής και όχι μόνο, η αδιαμφισβήτητη προσφορά του συνίσταται στην αποδοχή της κάποτε αδιανόητης ιδέας περί νομιμοποίησης της επανάστασης από τον χριστιανισμό. Ο Καμίλο θεμελίωσε το δικαίωμα στην εξέγερση πάνω σε μια χριστιανική βάση. Με το προσωπικό του παράδειγμα, άνοιξε τον δρόμο για τη συμμετοχή των χριστιανών στον επαναστατικό αγώνα, καλώντας τους, παράλληλα, να σπάσουν την παραδοσιακή υποταγή μιας συντηρητικής Εκκλησίας στην άρχουσα τάξη. Από ιστορικής άποψης, η επιρροή του   γίνεται εμφανής στην προοδευτική στροφή που άγγιξε μια μονολιθική, μέχρι τότε, Εκκλησία. Έτσι, μέσα από μια σειρά ριζικών μετασχηματισμών στο εσωτερικό της Καθολικής Εκκλησίας, κυοφορήθηκε και αναπτύχθηκε ως ιδεολογία και ως κίνημα η Θεολογία της Απελευθέρωσης, με σημείο αφετηρίας αυτήν ακριβώς τη νέα συνείδηση του τι σημαίνει να είναι κανείς χριστιανός σε μια ήπειρο σημαδεμένη από τις δομικές ανισότητες. Έτσι, βλέπουμε τα επόμενα χρόνια να πολλαπλασιάζονται οι χριστιανικές κοινότητες βάσης, βλέπουμε προοδευτικούς επισκόπους, όπως τον Αρχιεπίσκοπο Ρομέρο του Ελ Σαλβαδόρ να παίρνουν θέση απέναντι στις κοινωνικές αδικίες και την πολιτική βία, βλέπουμε στη Νικαράγουα, διακεκριμένοι κληρικοί να συντάσσονται με την εξέγερση ενάντια στο καθεστώς Σομόσα και κάποιοι από αυτούς να δολοφονούνται μέσα στην επαναστατική διαδικασία. Όλοι αυτοί, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, άντλησαν έμπνευση από το παράδειγμα του Καμίλο. Σήμερα, οι χριστιανοί, οι φοιτητές, τα περισσότερα κοινωνικά κινήματα της Κολομβίας και όχι μόνο, έχουν αναφορές στη Θεολογία της Απελευθέρωσης. Γι’ αυτό, αν θέλουμε να κατανοήσουμε την πολιτική κουλτούρα και τα ρεπερτόρια δράσης των κινημάτων στη Λατινική Αμερική, που δεν είναι πάντα τα ίδια με τα δικά μας εδώ, χρειάζεται να κατανοήσουμε την ιστορική επίδραση που είχε η σκέψη, η δράση αλλά και ο θάνατος του Καμίλο Τόρες.

Αγοράστε το βιβλίο από το ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο του red n’ noir:

Τσεκάρετε βιβλία που μπορεί να σας ενδιαφέρουν:

Καμία δημοσίευση για προβολή