Θανατηφόροι συνδυασμοί -Γ’

Το τρίτο από τα τρία μέρη της ιστορίας από την στήλη «Ματωμένη γωνία»: «Θανατηφόροι συνδυασμοί»

Ο Σον

Ο Σον τους εξήγησε περιληπτικά την κατάσταση. Το αφεντικό είχε αφηνιάσει και ήθελε τα λεφτά του πίσω. Περισσότερο απ’ όλα ήθελε να κατακρεουργήσει την Βίλλη για να στείλει μήνυμα στους πάντες πως δεν επιτρέπεται καν να σκεφτούν πως μπορούν να απλώσουν χέρι στα λεφτά του. Περισσότερο και από τα χρήματα τον ένοιαζε να αποκαταστήσει την φήμη του ανάμεσα στους επιχειρηματίες της παρασιτικής οικονομίας της νύχτας.

Η Βίλλη ξεροκατάπιε. Τότε και μόνο τότε συνειδητοποίησε τον κίνδυνο στον οποίο είχε εμπλακεί. Θυμήθηκε όμως και κάτι ακόμη. Όλες εκείνες τις προσπάθειες του «Μεγάλου» να την ρίξει στο κρεβάτι. Όλες εκείνες τις εξευτελιστικές συμπεριφορές του απέναντι της. Ήθελε τόσο πολύ να τον ταπεινώσει. Ίσως αυτό να άξιζε περισσότερο και από την ίδια την λεία του ταμείου. Είχε όμως μπλέξει και δυο ανθρώπους σε αυτή την ιστορία και αν για τον Σον τα συναισθήματα της παρέμεναν ζωντανά, ο Γκόργκι ήταν ένας άγνωστος.

Για την προοπτική της σύγκρουσης

Έβγαλε από την τσάντα της ένα ευσεβές ποσό και του το πρόσφερε ζητώντας παράλληλα την βοήθεια του. Ο Σον κατάλαβε πως έκανε λάθος. Πριν ο φίλος του προσβληθεί πήρε τον λόγο. «Τόσα χρόνια μαζί και δεν μπόρεσα ποτέ να σου εξηγήσω πως οι πυγμάχοι δεν παλεύουν για το χρήμα ή την δόξα αλλά για την προοπτική της σύγκρουσης» της είπε. Βγάζοντας τους πάντες από την δύσκολη θέση.

Στη συνέχεια προσπάθησε να σχεδιάσει πρόχειρα σε ένα λευκό χαρτί τον εσωτερικό χώρο της αποθήκης που είχε κλειστεί το ραντεβού. Ήταν μια παραλληλόγραμμη σιδερένια κατασκευή επάνω στην οδό Πειραιώς. Χρησιμοποιούνταν παλιότερα για την ρυμούλκηση αλιευτικών σκαφών, με το ξέσπασμα της κρίσης η δουλειά χρεοκόπησε και το μέρος είχε μείνει έρημο.

Διέθετε ένα μικρό πατάρι, που ήταν το λογιστήριο της εταιρείας, από εκεί ο Γκόργκι, κρυμμένος ανάμεσα σε κούτες και σκουριασμένα σίδερα  θα στόχευε τον «Στεγνό» που θα αποτελούσε σίγουρα τη συνοδεία του αφεντικού. «Πως ξέρεις ότι θα έρθει μόνο με έναν;» ρώτησε η Βίλλη.

 «Ο Μεγάλος είναι εγωιστής, δεν θα θελήσει να μάθει ποτέ κανείς πως δεν μπόρεσε να σε τακτοποιήσει μόνος του και χρειάστηκε να συμβιβαστεί για να πάρει τα χρήματα του πίσω».

«Τι εννοείς να πάρει τα χρήματα του πίσω;» ούρλιαξε η Βίλλη.

«Ηρέμησε» την καθησύχασε ο Γκόργκι. «Πάντα χρειάζεται ένα δόλωμα για να πλησιάσει το θήραμα».

Ο Σον συνέχισε. Εγώ θα στέκομαι μπροστά σου για να προλάβω τυχόν αντίδραση του «Μεγάλου»,  θα του πετάξουμε μια τσάντα με λίγα χρήματα, εκείνος θα σκύψει να την πάρει, όταν η τσάντα προσγειωθεί ο Γκόργκι θα κανονίσει τον «Στεγνό» το αφεντικό θα το αναλάβω εγώ. Ο Γκόργκι καλύφθηκε από το υποτυπώδες σχέδιο και αποσύρθηκε στην κρεβατοκάμαρα του.

Ο κόσμος μας άλλωστε είναι γεμάτος φετίχ

Ο Σον έμεινε με εκείνη κοιτάζοντας τη στοργικά. «Συγνώμη για όλα» του είπε με απολογητικό ύφος. Και συνέχισε: «Και για τα τωρινά και για τα παλιά». Ο Σον την διέκοψε. «Κάναμε και οι δυο μαλακίες» της απάντησε. Η Βίλλη έβγαλε τα παπούτσια της και ακούμπησε τα λεπτά μακριά δάχτυλα των ποδιών της επάνω του. Είχε βάψει κόκκινα τα νύχια της. Εκείνος δεν μπόρεσε να κρύψει την ταραχή του. Ο κόσμος μας άλλωστε είναι γεμάτος φετίχ. Έσκυψε προς το μέρος του. Του δάγκωσε το αυτί ενώ έβαλε το χέρι της κάτω από την μπλούζα του. Κάθε πολεμιστής πριν τη μέρα της μάχης δικαιούνταν μερικές στιγμές χαλάρωσης.

Το επόμενο απόγευμα κι ενώ ο ήλιος έδυε η αποθήκη της οδού Πειραιώς απέκτησε και πάλι ζωή. Οι κοκκινωπές ακτίνες του ήλιου εισέβαλαν από τα σπασμένα παράθυρα της οροφής προοιωνίζοντας το τέλος της ημέρας και όχι μόνο. Ο Γκόργκι τοποθέτησε δυο μεγάλα χαρτόκουτα μπροστά από το πάλαι ποτέ γραφείο λογιστών. Προσπάθησε να γίνει αόρατος ώστε να χαλαρώσουν οι αντίπαλοι. Ήταν ένα κόλπο που ήξερε καλά από την πυγμαχία. Ο Σον στάθηκε μπροστά από την Βίλλη ενώ τοποθέτησε το πακέτα με τα χρήματα στην εσωτερική τσέπη του μπουφάν του. Η νεαρή κοπέλα γέμισε ενοχές. Παρατηρούσε μελαγχολικά τον ήλιο που έδυε. Ο Γκόργκι έδωσε το τελικό «οκ» μετά από τις παραλλαγές της τοποθέτησης του τουφεκιού. Απέμενε μόνο η μέρα να δώσει τη θέση της στη νύχτα ώστε να εμφανιστούν τα πλάσματα της.

Μέχρι την πρόσκρουση…

Στις εννέα και πέντε η σιδερένια καγκελόπορτα άνοιξε. Ο ήχος ήταν ήπιος μα διαπεραστικός. Πρώτος εμφανίστηκε ο Στεγνός για να ελέγξει τον χώρο. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα έκανε την εμφάνιση του το αφεντικό. Κινήθηκε με μεγαλοπρέπεια προς το μέρος του. Ο Στεγνός έμεινε πίσω σταυρώνοντας τα χέρια του. Ο Σον είχε πέσει μέσα. Η αλαζονεία του «Μεγάλου» θα τον έστελνε στον τάφο. Το αφεντικό στάθηκε μπροστά του σε απόσταση μικρότερη του ενός μέτρου. «Καλά ρε μαλάκα παίζεις το κεφάλι σου για την σάπια;» του είπε. Ενώ έπιασε τα γεννητικά του όργανα. «Σε τσούζει που σε έκλεψε ή που δεν σου έκατσε ποτέ;» του αντέτεινε ο Σον. Το αφεντικό συνέχισε απτόητο «Τι να κάνω με μια τέτοια πουτάνα; Κάθε επαφή μαζί της είναι ένα ταξίδι προς τα αφροδίσια νοσήματα». Η μέχρι τότε ανέκφραστη Βίλλη εξερράγη. «Περισσότερο και από το ότι σε έγδυσα θα χαρώ που θα σε δω να πεθαίνεις» είπε ουρλιάζοντας. Το αφεντικό τράβηξε το όπλο, το ίδιο προσπάθησε να κάνει και ο Στεγνός μα μια σφαίρα καρφώθηκε ανάμεσα από τα φρύδια του.

Ο Σον κινήθηκε αντανακλαστικά προς τα αριστερά, στρίβοντας το γόνατο του, ένιωσε ένα κάψιμο στην θωρακική κοιλότητα. Μηχανικά σήκωσε τις γροθιές του στο ύψος του κεφαλιού. Οι κινήσεις του ήταν τόσο ακριβείς, τόσο προσχεδιασμένες που έμοιαζαν σχεδόν με μπαλέτο.  Στο αριστερό του ντιρέκτ ένιωσε τα κότσια του να συνθλίβουν το σαγόνι του αφεντικού. Άκουσε το κρακ. Τον είδε να πέφτει στο έδαφος. Ένα δευτερόλεπτο αργότερα ένιωσε το σώμα του άυλο. Χωρίς βάρος. Ένα φτερό που αιωρούνταν ανάμεσα σε εκατομμύρια κόκκους σκόνης,  μέχρι να προσγειωθεί. Όταν είσαι σε ελεύθερη πτώση το μόνο που απομένει να κάνεις είναι να απολαύσεις κάθε γαμημένο δευτερόλεπτο μέχρι την πρόσκρουση.

Κατάλαβε πως υπήρχαν και φονικότεροι συνδυασμοί από εκείνους των γροθιών. Ο έρωτας που εμπλέκεται με την προσδοκία λόγου χάρη. Είδε τον Γκόργκι να προσπαθεί να του αφαιρέσει την σφαίρα που είχε καρφωθεί στον πνεύμονα. Είδε τα μάτια της. Αχ  τα μάτια της! Ύστερα όλα άρχισαν να στριφογυρίζουν χαοτικά μέχρι την στιγμή που ξεκίνησαν να σβήνουν. Άκουσε το καμπανάκι του νοκ-αουτ να χτυπά…

Διαβάστε το πρώτο και το δεύτερο μέρος εδώ: Θανατηφόροι συνδυασμοί

Διαβάστε ιστορίες από την ματωμένη γωνιά: εδώ

Καμία δημοσίευση για προβολή