Πλατεία Ανταρκτικής VI

Πλατεία Aγ. Παύλου, Κέντρο Αθήνας

Στα προηγούμενα επεισόδια:

Τον Ιανουάριο του 2017 στη χιονισμένη Αθήνα η Ντάνιτσα μία Σέρβα σερβιτόρα από το Βελιγράδι που δουλεύει σε ένα άθλιο απ’ όποια οπτική γωνία και αν το δεις μπαρ στην Πλατεία Αμερικής αποφάσισε ότι είναι η κατάλληλη νύχτα να σκοτώσει -για λόγους που δεν μας αποκάλυψε ποτέ- το αφεντικό της. Έναν σωματέμπορα του αθηναϊκού υπόκοσμου. Δεν πρόλαβε όμως να το κάνει ποτέ γιατί τον εκτέλεσε ο Λάμπρος ο γεννημένος στην Τασκένδη εκτελεστής κάτοικος Κολωνού που δουλεύει για λογαριασμό ενός τοκογλύφου και μεσάζοντα συμβολαίων θανάτου.

*

Ο Άκης Πατζαρόπουλος σηκώνει τα μικροσκοπικά μάτια του προς το κορίτσι από το Ελεκτροούγκλι, μα όπως κάνει με όλους δεν την κοιτάει στα μάτια. Καταφέρνει όμως να συσπάσει το πρόσωπο του και της ρίχνει ένα μισό χαμόγελο. Ο Αστρίτ την καρφώνει με το νεκρό βλέμμα του και η κοκκινομάλλα ρωσίδα αποστρέφει τα μπλε μάτια της στο πλάι. Ο Ρένος κρατώντας με το ένα του χέρι το τυλιγμένο στις μουσκεμένες από αίμα γάζες αυτί του και χαζεύει το προφίλ του στήθους της όπου το σχήμα του διακρίνεται καθαρά χάρη στο εφαρμοστό παλτό της. Εγώ πάλι κάθομαι έκπληκτος με το κεφάλι μου στραμμένο προς το μέρος της, μιμούμενος το συνεργάτη μου.

«Καλώς το κορίτσι!»

«Καλησπέρα κύριε Άκη.»

Ανοίγει τη μεγάλη τσάντα που κρέμεται από τον ώμο της, βγάζει μέσα ένα ξεφτισμένο Τοκάρεφ με σκαμμένα νούμερα και το ακουμπάει πάνω σε μία στοίβα από σταυρόλεξα και παλιά κιτρινισμένα αστυνομικά του Λέσλι Τσάρτερις. Ο Αστρίτ παίρνει το Τοκάρεφ, το σκουπίζει με ένα ύφασμα και το βάζει προσεκτικά σε ένα συρτάρι.

«Είσαι η Βαλεντίνα από το μπαρ του Σούλη!»

«Και εσύ είσαι ο Λάμπρος.»

«Ρε Άκη τι στο (μ)πούτσο γίνεται εδώ;»

Ο Άκης και ο Αστρίτ γελάνε δυνατά και μαζί τους γελάει κατσαρά γάργαρα και η Βαλεντίνα.

Ο κατά τα άλλα φαφλατάς Ρένος που έχει σερβιριστεί ένα νεροπότηρο γεμάτο Τζακ από το μίνι μπαρ του Άκη και από την ώρα που έφαγε τη σφαίρα στο αυτί ζήτημα να έχει πει μία ολόκληρη πρόταση κοιτάει το ίδιο απορημένος με εμένα. Τα γέλια κάποια στιγμή σταματούν ο Άκης ανοίγει το στόμα του:

«Τι νομίζατε ρε μαλάκες; Ότι δεν θα είχα τρίτο άτομο να φιλάει να νότα σας μέσα στη σφηκοφωλιά του Σούλη; Έτσι θα σας έστελνα εγώ ρε; Για τέτοιο αφεντικό με περνάτε; Χωρίς μπακάπ θα σας έστελενα; Συναργάτες μου ήσαστε ρε κωλόπαιδα και σας προσέχω!

Η Βαλεντίνα ρε μαλάαακες! Βαλεντί-ΝΑ! Το κορίτσι του Τζεμιζμπόντ! Είναι αιθέρας η γυναίκα ρε μαλάκες! Τίγρη! Λέαινα! Ο θηλυκός Λι Βαν Κλιφ! Άμα γινότανε στραβή θα τράβαγε το Τοκάρεφ με το δεξί και θα θέριζε η Βαλεντινάρα ρε! Θα άνοιγε καινούριες κωλοτρυπίδες στις κουφάλες! Όλα τα είχα κανονισμένα μαλάκες. Ήξερα που θα κάτσετε, τι ώρα θα μπείτε, τι ώρα θα βγείτε, όλα! Ρένο τράβηξες σέλφι με το νεκρό Σούλη όπως την άλλη φορά με εκείνο το δικηγόρο που του έσπασες τα γόνατα;»

Είπε εκστασιασμένος ο Άκης και ο Ρένος έγνεψε αρνητικά χωρίς να βγάλει κιχ. Λες και αντί για το αυτί τον είχαν πυροβολήσει στη γλώσσα. Η Βαλεντίνα που όλη αυτήν την ώρα έδειχνε να πλήττει έβγαλε το σζμάρτφοουν της και σκρολάριζε στο vk*. Άδειασε το ποτήρι σαμπάνιας που της είχε προσφέρει ο Άκης σε ένα ταλαίπωρο μπέντζαμιν, έριξε μέσα στο ποτήρι δύο δάχτυλα Στόλι τη κατέβασε μονορούφι, πληρώθηκε, αποχαιρέτησε και φεύγοντας άφησε επιτηδευμένα και απολύτως διακριτικά να πέσει από το μανίκι της ένα εισιτήριο του μετρό δίπλα στο πόδι μου, το είδα το πάτησα με το παπούτσι μου και με τρόπο το έχωσα στην τσέπη του πέτσινου.

Ο Άκης ρουφάει τα ξίδια σαν σφουγγάρι κι όταν είναι φτιαγμένος όπως τώρα η γλώσσα του πάει ροδάνι. Αυτή είναι μία αδυναμία του που τη γνωρίζει καλά οπότε και αποφεύγει να πίνει μπροστά σε ανθρώπους που δεν είναι της εμπιστοσύνης του. Ξεκίνησε λοιπόν να μας λέει ότι και τα τρία χασάπικα μέσα στη Βαρβάκειο κάνουν δυνατό τζίρο και έτσι ξεπλένει μεγάλο μέρος από τα εισοδήματα που του αποφέρουν τα εκτελεσμένα συμβόλαια και η τοκογλυφία αλλά ο τζίρος που μαζεύουν δεν αρκεί πλέον για να τα ξεπλύνει όλα οπότε θα ανοίξει άλλο ένα δεν θυμάμαι που, συνοικιακό. Μου λέει ότι οι υπάλληλοι του ζητάνε δώρα και υπερωρίες για τις γιορτές που πέρασαν και δε ξέρει τι να κάνει. Τον συμβούλεψα να τους δώσει ότι ζητάνε και με το παραπάνω και του εξήγησα ότι αν τους τα πληρώσει θα δουλεύουν με μεγαλύτερη όρεξη…Του φάνηκε σωστό και συμφώνησε.

Μας εξηγεί ότι μας έστειλε να φάμε το Σούλη γιατί του είχε κάνει ένα βαρβάτο δάνειο με εξίσου βαρβάτο τόκο, το οποίο μετά από δύο χρόνια αποφάσισε ο Σούλης ότι απλά δεν γουστάρει να του το αποπληρώσει γιατί για τοκογλύφος παραέχει κάνει καλά λεφτά και τον απείλησε μάλιστα μέσα στο μαγαζί του και μπροστά στο κόσμο ότι άμα του ξαναστείλει ανθρώπους να ζητήσουν λεφτά όπως συνήθιζε θα στείλει τους δικούς του να τον τσακίσουν μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Ο Άκης όντας μεγάλη λέρα και παλιός τοκογλύφος στη πιάτσα ήξερε ότι θα ήταν μεγάλο λάθος να βγάλει από τη μέση κάποιον που του χρωστάει λεφτά γιατί απλά δεν θα τον αποπλήρωνε ποτέ… Εξάλλου τοκογλύφος γίνεσαι για να εισπράττεις και όταν αποφασίσεις να φτάσεις στο σημείο να σκοτώσεις πάει να πει ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει άσχημα.

Μας εκμυστηρεύτηκε λοιπόν ότι για να πιέσει το Σούλη να πληρώσει αλλά και για να του δείξει ότι δεν είναι κότα προσέλαβε έναν ιταλό σπεσιαλίστα, κάποιον που συστήθηκε ως Λουίτζι Βερκόττι για να του στείλει ένα… μήνυμα. Έστειλε λοιπόν ο Άκης έναν μιλημένο ταρίφα χωρίς ποινικό μητρώο να παραλάβει τον σισιλιάνο από το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος. Ο ταρίφας σταμάτησε την Οκτάβια έξω από το μεγάλο κωλάδικο του Σούλη στο Γκάζι τη «Μικρή Μόσχα». Ο πάντα αμίλητος σισιλιάνος ρούφηξε λαίμαργα με το ρουθούνι μια γραμμή 90άρας βολιβιάνικης κόκας και μπήκε μέσα στο κωλάδικο με μία οδοντογλυφίδα στο στόμα και ένα κοντό Καλάσνικοφ κάτω από την πέτσινη καπαρντίνα του. Με ένα πάτημα της σκανδάλης άδειασε το γεμιστήρα και τριάντα μικροσκοπικοί χαλύβδινοι ρώσοι συνάντησαν βιαστικά τα κορμιά πελατών και προσωπικού. Φεύγοντας έριξε πίσω του μια γερή κλανιά και μια αμυντική χειροβομβίδα. Βγήκε σαν κύριος από το κωλάδικο και κάθισε αναπαυτικά στο πίσω κάθισμα του Σκόντα Οκτάβια. Στη διαδρομή έλυσε και καθάρισε το Καλάσνικοφ. Βγαίνοντας πέταξε ένα 500αρικο στο ταρίφα για μπουρμπουάρ και επιβιβάστηκε στην επόμενη πτήση για Ρώμη.

Το χτύπημα ήταν τούματς και όλα έδειχναν ότι θα ξεκινήσει άγριος πόλεμος. Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος και ο Σούλης ενώ ήξερε φυσικά ότι το μήνυμα ήταν από τον Άκη δεν έκανε τίποτα! Ήταν πολύ περίεργο. Όλο αυτό ήταν στη πράξη βασανιστικό γιατί ο Άκης επί ένα χρόνο δεν έκλεισε μάτι αφού ζούσε με το φόβο της εκδίκησης του Σούλη. Τελικά ο Άκης φοβούμενος ότι από νύχτα σε νύχτα ο Σούλης θα εκδικηθεί και κυριευμένος από ένα αλλόκοτο συναίσθημα έστειλε απόψε με εμένα και το Ρένο ένα τελευταίο μήνυμα αφού είχε συνειδητοποιήσει ότι δεν θα ξαναβγεί φράγκο από τα κοτλέ παντελόνια του Σούλη. Ο Άκης θα ξανακοιμηθεί ήσυχος απόψε.

Παραμένει ασαφές το τι είχε σκοπό να κάνει ο Σούλης με τα χρήματα που δάγκωσε από τον Άκη. Όμως με τους τόκους του δανείου ο Άκης μας αποκάλυψε (μαλάκα μου η νύχτα των αποκαλύψεων είναι απόψε, λίγο ακόμα να πιει και θα μας πει και τι χρώμα σώβρακο φοράει) ότι θα άνοιγε μία αλυσίδα ανταλλακτηρίων χρημάτων με έδρα στο αεροδρόμιο ενός μικροσκοπικού νησιωτικού κράτους στον Ατλαντικό και υποκαταστήματα σε όλα τα μεγάλα αεροδρόμια της Δυτικής Ευρώπης. Εκεί ο Άκης Πατζαρόπουλος θα ξέπλενε ότι δε μπορεί να ξεπλύνει πουλώντας προβατίνες και γουρνοπούλες στη Βαρβάκειο. Ενημέρωσε το Ρένο ότι αύριο βράδυ θα πρέπει να πάει να σπάσει το γόνατο ενός σουβλατζή που άργησε πολύ να καταβάλει τη δόση δανείου του. Με ενημέρωσε επίσης ότι με καταστεί υπεύθυνο για την υλοποίηση των σχεδίων του για τους αδερφούς Σαντικτσή για τα οποία θα με ενημερώσει σύντομα.

Σηκωνόμαστε για να φύγουμε, ο Άκης μας αγκαλιάζει τρικλίζοντας και μας φιλάει τα χέρια υπό το νηφάλιο και απαθές βλέμμα του Αστρίτ που από την αλβανική Σιγκουρίμι και τη προσωπική φρουρά του Γ.Γ. Ραμίζ Αλία τώρα είναι στη προσωπική φρουρά του Πυργιώτη τοκογλύφου Άκη Πατζαρόπουλου. Καθώς χαιρετάμε του κάνω νόημα και παίρνω μία χεριά Λέσλι Τσάρτερις από το γραφείο. Ανάμεσα τους και ένα βιβλίο με μαύρο εξώφυλλο κάποιου Ζαν Πατρίκ Μανσέτ, δεν τον ξέρω τον τυπά θα το τσεκάρω αύριο.

*

«Χθες βράδυ μαλάκα Λάμπρο έσκιζα ένα ξέκωλο καύλα σκέτη. Μπατσίνα μαλάκα!

Σαν βούτυρο ήταν η κωλάρα της! Μπατσίνα! Θα στη κάνω πάσα να κάνει το παπάρι σου Ανάσταση μαλάκα. Σαν βούτυρο ήταν η κωλάρα της!»

«Ναι, ναι οκ. Λοιπόν άμα ξανασκάσεις μύτη στη δουλειά τόσο πολύ κλασμένος θα σου χώσω στο πάτο το λεβιέ του Ιμπρέζα. Μια στραβή να γινότανε ρε μαλάκα μέσα στο κωλόμπαρο εσύ στη καλύτερη θα πυροβολούσες το τυρογαριδάκι σου ρε μαστούρη. Έπρεπε να μου καλύπτεις τα νώτα ρε μαλάκα. Και τι σκατά σ’ έπιασε και έριξες με το Glock του Σούλη στο ράπερ ρε;»

«Ε βέβαια αφού δεν έχεις πούτσα το λεβιέ θα μου βάλεις μαλάκα, παλιαδερφή. Ρωσσοπόντιε αναρχοκουμούνι του κερατά. Ό,τι θέλω θα κάνω ρε που θα μου πεις εσύ τι θα κάνω που κυκλοφοράς με το φλασκί στο μπουφάν, μπέκρα. Έχω προβλήματα ρε. Έχω προβλήματα.»

«Ήρθα εγώ ποτέ κώλος ρε σαβούρα; Και εγώ πίνω γάρα και ξύδια ρε μαλάκα φασίστα αλλά δεν έρχομαι σαν και σένα τίγκα κλασμένος απ’ το σκανκ. Που θα με πεις εσύ μπέκρα ρε ψωλομούρη.»

«Θα σε γαμήσω ρε κωλόπαιδο. Να το θυμάσαι.»

«Θα μου κλάσεις τα αρχίδια μωρή λινάτσα. Το μπούλο μαλάκα.»

Σταματάω απότομα και τον παρατάω στη μέση του δρόμου. Δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ώρες.

Άπειρες λευκές νιφάδες στροβιλίζονται σαν μπαλαρίνες Μπολσόι στον αέρα, πέφτουν και λιώνουν στη μουσκεμένη άσφαλτο. Κάποιες άλλες στοιβάζονται σε σημεία που δε πατάει πόδι ή ρόδα. Το άδειο στομάχι μου βρυχάται σαν απλήρωτος εργάτης απέναντι στο αφεντικό του και ευτυχώς που προλαβαίνω ανοιχτό ένα μαγειρείο όχι πολύ μακριά από το «γραφείο» του Άκη. Σαβουρώνω μια μακαρονάδα με κιμά και μισή φραντζόλα ψωμί. Τώρα το στομάχι είναι έτοιμο για τα μεταμεσονύχτια ξίδια που θα ακολουθήσουν. Βγάζω από τη τσέπη του πέτσινου το εισιτήριο του μετρό που άφησε η Βαλεντίνα να πέσει από το χέρι της. Πάνω έχει γραμμένο το κινητό της. Ρίχνω ένα κατούρημα, πληρώνω και μπαίνω στο αμάξι.

Πάω να συναντήσω το Βόβα σε ένα μπαρ στο Μεταξουργείο.

*VKontakte: Πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης δημοφιλής σε ρωσόφωνους χρήστες

Ακολουθεί την επόμενη Τρίτη στο red n’ noir

Το βιβλιοπωλείο του red n’ noir προτείνει βιβλία:

Καμία δημοσίευση για προβολή